Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Γ. Μακριδάκης: Κανείς δεν γλύτωσε ποτέ


του Γιάννη Μακριδάκη

Συζητούσα, μάλλον άκουγα με πολύ ενδιαφέρον, προχθές κάποιον επισκέπτη μου, ο οποίος υπηρετεί σε ανώτατη διπλωματική θέση στο εξωτερικό και ανέλυε την κατάστασή μας ως ελληνικού και ως παγκόσμιου πληθυσμού.

Ομολογώ ότι με καθήλωσε η ηρεμία της προσέγγισής του, η οποία απέπνεε σιγουριά και γνώση των πραγμάτων. Δεν έλεγε πράγματα άγνωστα σε μένα, ούτε αδιανόητα, αλλά ο ψύχραιμος και πλήρης λόγος του και το ότι από τα συμφραζόμενα έβγαινε το συμπέρασμα πως έχει ενημέρωση από τα μέσα αφού συναντά λόγω της εργασίας του κάποιους από τους τροϊκανούς που ελέγχουν και ορίζουν τις ζωές μας, με έκαναν να τον ακούω δίχως να μιλώ και να μην αμφισβητώ καθόλου τα όσα υποστήριζε.

Είπε για το παγκόσμιο λογιστικό χρήμα και χρέος, είπε για την φούσκα, για το χρήμα δίχως αντίκρισμα που έχουμε ως παγκόσμια κοινότητα καταναλωτών δημιουργήσει, για το στάσιμο....
χρήμα που ψάχνει ολοένα και πιο ευφάνταστους τρόπους να κινηθεί, είπε για τα αδιέξοδα του καπιταλισμού και το μπέρδεμά του, τις ασυμβατότητες στις οποίες καταφεύγει μπας και βρει λύσεις, είπε πως θα μας κουρέψουν τελικά τις καταθέσεις από δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ και πάνω, είπε πολλά και διάφορα, συγκεκριμένα και αφηρημένα αλλά ένα και μοναδικό ήταν, όπως είπε κι εκείνος εξάλλου, το τελικό και βέβαιο συμπέρασμα:

Πως κανείς από αυτούς που κρατούν την παγκόσμια εξουσία και διοίκηση δεν έχει ιδέα για το τι κάνει και το τι πρέπει να κάνει, πως το πλοίο της ανθρωπότητας προχωρεί στα τυφλά, στα ψαχουλευτά, και πως κανείς τελικά δεν πρόκειται να γλυτώσει.

Όταν τον ρώτησα τι κάνει εκείνος προσωπικά για την ζωή του αφού έχει καταλήξει σε αυτά τα συμπεράσματα και είναι απολύτως βέβαιος για όσα λέει, μου είπε κάτι το οποίο ήταν τελείως λίγο, μικρό, αδύναμο και ανάξιο σε σχέση με όλην την προηγούμενη προσέγγισή του : Πως ελπίζει και πιστεύει ότι εκείνος θα είναι από τους τελευταίους (που θα χαθούν).

Προφανώς, όσοι ακόμα αντέχουν, είτε έχουν είτε δεν έχουν τις γνώσεις του, την πληροφόρησή του, τις εμπειρίες του, τις γνωριμίες του, την εργασία του, τον μισθό του και το μυαλό του, το ίδιο και το αυτό πιστεύουν κι ελπίζουν όλοι τους. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης επιβάλει να ζούμε με αυτό το ζωτικό ψεύδος.

Τώρα που μηρυκάζω σαν την κατσίκα όλα αυτά που άκουσα από τον ενδιαφέροντα αυτόν άνθρωπο, σκέφτομαι ότι πάντοτε, στην χιλιόχρονη ιστορία της ανθρωπότητας έτσι ακριβώς ήταν. Ποτέ κανείς δεν ήξερε πού πάει η ζωή και ποτέ κανείς δεν γλύτωσε. Η μόνη διαφορά ότι πρώτη φορά τώρα είναι απόλυτα συνδεμένη η ζωή και η μοίρα όλης της ανθρωπότητας σαν μια κοινότητα. Κι όχι μόνον της ανθρωπότητας αλλά του πλανήτη ολάκερου, αφού φυτά, ζώα, πουλιά, έντομα, ψάρια και άνθρωποι βρίσκονται υπό καθημερινό διωγμό από τους καταναλωτές του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος, το οποίο αναγάγει σε προϊόντα κατανάλωσης τα πάντα προκειμένου να κινήσει απεγνωσμένα το συσσωρευμένο εικονικό του χρήμα, εξαφανίζοντας έτσι βιοτόπους και αφαιρώντας βίαια ζωές. Το πλαστό και παραφουσκωμένο χρηματοοικονομικό μας σύστημα ροκανίζει μέρα με τη μέρα το οικοσύστημα, πριονίζοντας το κλαδί επί του οποίου κάθεται και ταυτόχρονα δεν έχει ιδέα ούτε για το  τι κάνει, ούτε για την σφοδρή πτώση του που επέρχεται.

Όλο αυτό, το οποίο οδηγεί στην εξαφάνιση ειδών από τον πλανήτη, με αιτία τον άνθρωπο, για πρώτη φορά στην ιστορία του, οδηγεί ταυτόχρονα και στην αυτοκαταστροφή του αιτίου, το οποίο ως πλάσμα που αποξεχάστηκε, που μεταλλάχθηκε με εργαλείο το χρήμα και που θεώρησε εαυτόν κάτι διαφορετικό και προφανώς ανώτερο, έφτασε μέσα από χίλιες δυο διαδικασίες επώδυνες και καταστροφικές για το είναι του αλλά κυρίως για τον τριγύρω του φυσικό κόσμο, να συμπεραίνει με βεβαιότητα κάτι, για το οποίο οι άνθρωποι κάθε εποχής, δίχως γνώσεις συστημικών πανεπιστημίων, δίχως πλούτο χρηματικό, δίχως αυτό που οι σύγχρονοι δυτικοί λένε πολιτισμό, κουλτούρα, πρόοδο, ανάπτυξη κ.α., ξέρανε από πρώτο χέρι και φρόντιζαν να ζουν ανάλογα: Ότι κανείς δεν πρόκειται να γλυτώσει.

Όλοι εμείς οι σύγχρονοι προοδευμένοι θεωρήσαμε μάλλον ότι έχουμε γλυτώσει ή ότι πρόκειται να γλυτώσουμε. Δώσαμε όλο το είναι και όλη μας την ενέργεια στην απόκτηση της ύλης και του χρήματος κι αφήσαμε τον μέσα μας κόσμο στέρφο κι άγονο, θεωρήσαμε ότι αποστασιοποιηθήκαμε από τη φύση (μας), απομακρυνθήκαμε από τον θάνατο και χάσαμε τη ζωή, τη χαραμίσαμε στις συναναστροφές και στις ψευδοαπολαύσεις, την μετρήσαμε με το χρήμα του μισθού δίνοντάς την αντιπαροχή και τώρα που φτάσαμε μπρος στο αδιέξοδό μας, στεκόμαστε άλλοι εμβρόντητοι σαν χαζοί κι άλλοι ψύχραιμοι σαν ξύπνιοι και διαπιστώνουμε το επί εκατομμύρια χρόνια ηλίου φαεινότερο, πως κανείς δεν ξέρει πού πάει η ζωή και πως κανείς δεν πρόκειται να γλυτώσει. Μας πιάνει δέος, μας πιάνει φόβος, μας πιάνει τρόμος. Διότι δεν φροντίσαμε να ζήσουμε, να καλλιεργηθούμε, για να μαραθούμε ήρεμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου