Πηγή: www.aristerovima.gr
Του Γεώργιου Τζαννετάτου Δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς το «δημοσιογραφικό» ένστικτο του Γιώργου Τράγκα για να αντιληφθεί πως η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου του νεώτερου έχει πλέον κατακτήσει τον τίτλο της πιο λαομίσητης δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης που γνώρισε ο τόπος από την μεταπολίτευση και μετά. Ο απόλυτα βάρβαρος τρόπος με τον οποίο υπερασπίζεται την επιλογή της να οδηγήσει την κοινωνία στην χρεωκοπία προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντα των ξένων και των ντόπιων τραπεζιτών, δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αντιλόγου. Μπορεί να μην πιάνει τις επιδόσεις του Σαλόθ Σαρ, κατά κόσμον Πολ Ποτ, που με μια του απόφαση γύρισε την Καμπότζη στον χρόνο μηδέν οδηγώντας στον θάνατο το 20% του πληθυσμού, όμως και ο κατά κόσμον Γιωργάκης κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να γυρίσει την χώρα τουλάχιστον 60 χρόνια πίσω, οδηγώντας ένα αντίστοιχο ποσοστό πληθυσμού στην ανεργία και ένα πολύ μεγαλύτερο στην ανέχεια. Το διαβόητο παραμυθάκι περί κόκκινων γραμμών της κυβέρνησης έναντι των απαιτήσεων και των ορέξεων των αφεντικών της πλέον δεν συγκινεί ούτε τους εμπνευστές του. Ωστόσο, οφείλουμε να παραδεχθούμε πως ενάμιση χρόνο στο κρεματόριο του μνημονίου, κόκκινες γραμμές ούτε και η ίδια ελληνική κοινωνία δεν κατάφερε ακόμη να χαράξει. Κατακτήσεις ενός ολόκληρου αιώνα κοινωνικών αγώνων καταρρέουν η μία μετά την άλλη. Προφανώς δεν υπάρχει αμφιβολία πως η ελληνική κοινωνία βράζει, όμως προς το παρόν βράζει στο ζουμί της. Κατάθλιψη, ανασφάλεια, φόβος και αγανάκτηση. Έλληνες και ξένοι αναλυτές προσπαθούν αγωνιωδώς να εκτιμήσουν το όριο της αξιοπρέπειας των νεοελλήνων και αυτό διαρκώς διολισθαίνει! Αξιοπρέπεια και δημόσιο χρέος φαίνεται πως χορεύουν ένα εφιαλτικό γαϊτανάκι εντός του ίδιου, δίχως πάτο, βαρελιού. Είναι ξεκάθαρο πως ο τρόπος με τον οποίο θα σταθεί τελικά η μεσαία τάξη απέναντι στις τρέχουσες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, ο τρόπος με τον οποίο θα ορίσει δηλαδή τα όρια της αξιοπρέπειάς της, θα καθορίσει σχεδόν καταλυτικά την έκβασή τους. Υπό αυτό το πρίσμα, η συζήτηση γύρω από τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της νεοελληνικής μεσαίας τάξης θα πρέπει να αποτελεί απαραίτητο σταθμό στη σκέψη και στη δράση κάθε «έτοιμου» αντάρτη. Όχι με σκοπό τον αποκλεισμό κάποιων ή την δήλωση μεταμέλειας. Άλλωστε μπροστά σε τόσο φουσκωμένες θάλασσες δεν περισσεύει κανείς! Μια τέτοιου είδους συζήτηση έχει νόημα μόνο στον βαθμό που προωθεί την λαϊκή εξέγερση. Κάθε πολιτική ανάλυση για την μεσαία τάξη στην Ελλάδα είναι καταδικασμένη να παρακολουθεί την ιστορική διαδρομή του ΠΑΣΟΚ. Αυτό την συσπείρωσε, αυτό την άνδρωσε, αυτό την διαπαιδαγώγησε και τώρα αυτό την ξεκληρίζει. Η δεκαετία του ΄70 βρίσκει τη μεσαία τάξη στο ζενίθ του προοδευτισμού της. Η επί δεκαετίες ασφυκτική οικονομική και κοινωνική καταπίεση και ο ούριος άνεμος των διεθνών εξελίξεων (κοινωνικές εξεγέρσεις στη δυτική Ευρώπη) έκαναν επιτακτικό το αίτημα για αλλαγή. Μόλις δε έφυγαν από τη μέση και τα τανκς με την πτώση της δικτατορίας, η μεσαία τάξη με ακόμη μεγαλύτερη μαζικότητα βγήκε στους δρόμους διεκδικώντας την άμεση βελτίωση του βιοτικού της επιπέδου. Η Αριστερά για ακόμη μια φορά αποδείχτηκε ανίκανη να αντιληφθεί, να αναλύσει και να διαχειριστεί τα σημεία των καιρών και έτσι εύκολα ο «χαρισματικός» Ανδρέας Παπανδρέου κατέστη προνομιακός συνομιλητής της αναδυόμενης αυτής μεσαίας τάξης. Στην δεκαετία του ΄80 το ΠΑΣΟΚ προσέφερε σε σημαντικό τμήμα της την πολυπόθητη πρόσβαση στην εξουσία και εκείνη με τη σειρά της του επέστρεψε ως αντάλλαγμα όχι μόνο την επανεκλογή του αλλά και την ίδια της την ψυχή. Η κλαδική, το ρουσφέτι και ο «αυριανισμός» έγιναν απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα για «πτήσεις» από Περιστέρι Χαλαργό, από Δραπετσώνα Χαλάνδρι κλπ. Στο τέλος αυτής της οκταετίας ένα μεγάλο τμήμα της μεσαίας τάξης, ενοχλημένο από την εικόνα σήψης του Κινήματος εκείνης της περιόδου αλλά κυρίως ζαλισμένο από την μέθη της όποιας οικονομικοκοινωνικής της ανέλιξης, άρχισε να νιώθει μεγαλο-μεσαίο με αποτέλεσμα να μην έχει κανενός είδους ιδεολογικό ή ηθικό φραγμό να ενστερνιστεί τις νεοφιλελεύθερες κορώνες του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Από τα πρώτα κιόλας βήματα στα νεοφιλελεύθερα μονοπάτια, η συντριπτική πλειοψηφία της μεσαίας τάξης άρχισε να αναπολεί το Περονικό καθεστώς της προηγούμενης δεκαετίας. Ο τραγικός τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε η Αριστερά τις τότε εξελίξεις σε συνδυασμό με την άκρως αρνητική διεθνή συγκυρία εκείνης της περιόδου δεν άφηναν ιδιαίτερα περιθώρια εναλλακτικών. Η «νεκρανάσταση» του «Ελ Ρασίντ» Παπανδρέου φάνταζε μονόδρομος. Κάπως έτσι φτάσαμε στον «εκσυγχρονισμό»! Η περαιτέρω ανάπτυξη του ελληνικού κεφαλαίου και η «οικονομική» «ολοκλήρωση» με την δύση δεν ήταν δυνατόν να στηριχθούν στο μοντέλου του κλασσικού Πασόκου της δεκαετίας του ΄80. Ήταν απόλυτη η ανάγκη δομικής επέμβασης στο γενετικό υλικό της μεσαίας τάξης. Η «Αυριανή», η «Εξόρμηση» και το «Κανάλι 29» είχαν πλέον ολοκληρώσει το ιστορικό καθοδηγητικό τους καθήκον. Η αναδυόμενη «Αμερική των Βαλκανίων» είχε ανάγκη από πιο «intellectual» καθοδηγητές. Το «Βήμα», η «Καθημερινή» και το «Mega» χτυπούσαν πλέον τον ρυθμό και η μεθυσμένη από το «ποτό» της εύκολης πίστωσης και του ονείρου του γρήγορου πλουτισμού μεσαία τάξη λικνίζονταν απερίσκεπτη. Και ήταν τόσο αποτελεσματικοί οι «νέοι» καθοδηγητές που ακόμα και όταν μέσω του χρηματιστηριακού τζόγου έγινε η μεγαλύτερη ίσως αναδιανομή εισοδήματος από τους πολλούς στους λίγους, οι πολλοί έδωσαν μία ακόμη ευκαιρία στον καλό διαχειριστή να «διορθώσει» το «λάθος» του με την ελπίδα να «ρεφάρουν». Η «τράπουλα» όμως αποδείχθηκε σημαδεμένη, η Αριστερά ανίκανη να διεκδικήσει την «ατζέντα» και ο Κωστάκης Καραμανλής, όντας πλέον συμπαθής οικογενειάρχης, φάνταζε η λιγότερο χειρότερη λύση. Μπορεί φυσικά ο Κωστάκης απλόχερα να προσέφερε στην ολιγαρχία την σκανδαλώδη μείωση των φορολογικών της συντελεστών, όμως η προστασία των συμφερόντων της μπροστά στην βιαίως εισβάλουσα διεθνή οικονομική κρίση γεννούσε την ανάγκη «κοινωνικής ειρήνης». Ποιός ικανότερος του ΠΑΣΟΚ για ένα τέτοιο «μερεμέτι»; Η προστασία των συμφερόντων της ολιγαρχίας απαιτεί σήμερα το ξεκλήρισμα της πάλαι ποτέ «ακμάζουσας» μεσαίας τάξης. Το ΠΑΣΟΚ όντας διαχρονικά προνομιακός συνομιλητής της, ακόμη και με τον Γιωργάκη στο τιμόνι, εκτιμάται πως μπορεί να την «εκτελέσει» «αθορυβότερα»! Στο τρέχον επεισόδιο αυτής της ιστορίας, αν και «αθόρυβα» δεν το λες, εντούτοις ο Γιωργάκης συνεχίζει να «εκτελεί». Οι όποιες αδυναμίες του φαίνεται πως εξισορροπούνται από τον υπερβολικό ζήλο εκείνων των «intellectual» καθοδηγητών! Το ψέκασμα με τρόμο που υφίσταται σήμερα η μεσαία τάξη διεκδικεί ως έγκλημα τον τίτλο του επαχθέστερου από το σύνολο των κυβερνητικών μέτρων. Όπως το Άουσβιτς από τον τοίχο της Καισαριανής. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα η μεσαία τάξη «τολμά» να στηρίξει την πρώτη (και μία από τις ελάχιστες δυστυχώς) εν μνημονίω Γενική Απεργία. Το ψέκασμα τότε εμπεριείχε θρήνο και θάνατο και οι «μεσαίοι» απώλεσαν την ορμή τους. Αργότερα, το κίνημα των «αγανακτισμένων», με το «φτωχό» πολιτικό του περιεχόμενο της φάνηκε σχετικά «εύπεπτο» και έσπευσε να το «αγκαλιάσει». Όταν όμως και αυτό άρχισε να γίνεται ενοχλητικό για την ολιγαρχία, το ψέκασμα ήταν «ξεροσφύρι» χημικό δηλητήριο και οι «μεσαίοι» δικαιολογημένα το έβαλαν στα πόδια. Ο Πασόκος του ζιβάγκο και της φαβορίτας του ΄80 που διορίστηκε με βύσμα στα τάδε υπουργείο και που το 1990 έβαλε κουστούμι και έγινε «Ακάλυπτος», σήμερα βλέπει να απομακρύνεται το πολυπόθητο εφάπαξ και να πλησιάζει μια πενιχρή σύνταξη. Βλέπει να μην μπορεί να στείλει τα παιδιά του μετά το τάδε ιδιωτικό σχολείο ούτε καν στο τελευταίο ιδιωτικό ΙΕΚ. Δεν μπορεί παρά να προβληματίζεται για το πού έκανε το λάθος! Η Αριστερά είναι άραγε ικανή να τον βοηθήσει να βρει την απάντηση; Στο τριών βαγονιών τρένο της νεοελληνικής κοινωνίας, οι επιβάτες του «μεσαίου» βιώνουν την άνευ προηγουμένου πίεση εκείνων του «πρώτου» να τους εξοβελίσουν στο «τρίτο». Ενώπιον αυτής ακριβώς της εξέλιξης αποκτά τεράστια σημασία το ζήτημα των σχέσεων και της κοινής δράσης των επιβατών του «μεσαίου» και του «τρίτου» βαγονιού. Και η Αριστερά, θεωρούμενη ψυχή -αν όχι και σώματι- επιβάτης του «τρίτου» οφείλει να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο σε αυτή την «συνάντηση». Δεν υπάρχουν πλέον περιθώρια προηγούμενων δεκαετιών για «εμμονή στον εκλογικό στόχο της δεύτερης κατανομής» ή για «βρώμικα ΄89». Οφείλει να «ανοιχθεί» σε μια τέτοια συνάντηση δίχως να απαιτεί πιστοποιητικά μεταμέλειας από ικανοποιητικά μέχρι πρότινος αμειβόμενους αργόσχολους δημοσίους υπαλλήλους, από άνεργα πλέον πρώην μεγαλοστελέχη επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, από μικρούς ελεύθερους επαγγελματίες που το μεθύσι του καταναλωτισμού τους «πότισε» με δυσβάστακτα δάνεια και κάρτες. Οφείλει όμως παράλληλα να καταστήσει σαφές και το κεντρικό ζητούμενο μια τέτοιας συνάντησης. Κοινός «παλλαϊκός» αγώνας δεν μπορεί να γίνεται με στόχο να διατηρήσει ο καθένας την θέση στο τρένο! Το «κοινός» έχει νόημα όταν γίνεται με κεντρικό στόχο την αλλαγή τρένου και την μετεπιβίβαση όλων σε τρένα που απαρτίζονται μόνο από βαγόνια «πρώτα». |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου