Πηγή: alfavita.gr
«Ἢ ποίηση τοῦ Βάρναλη, γράφει ὁ Μενέλαος Λουντέμης, δὲ
μύριζε ποτὲ γάλα. Μύριζε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μπαροῦτι· κατέβηκε δηλαδὴ στὸ στίβο χωρὶς
πάρα πολλὰ γυμνάσματα καὶ δοκιμὲς καὶ περιπλανήσεις στοὺς λειμῶνες τῶν ἀσφόδελων.
Μ᾿ ἄλλα λόγια, χωρὶς αὐτὲς τὶς πεισιθάνατες κραυγὲς ποὺ ἔβγαζαν ὅλοι οἱ λυρικοί
του καιροῦ του. Ὄχι. Ἡ Ποίηση τοῦ Βάρναλη ἦταν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀρσενική, λάσια, μιὰ
βολίδα ποὔπεσε μὲς στὰ στεκούμενα νερὰ τοῦ μελίπηχτου λυρισμοῦ».
O Κώστας Βάρναλης (Πύργος Βουλγαρίας 1883- Αθήνα 1974) ήταν
Έλληνας λογοτέχνης. Έγραψε ποιήματα, αφηγηματικά έργα, κριτική και μεταφράσεις.
Τιμήθηκε το 1959 με το Βραβείο Ειρήνης του Λένιν.
Γεννήθηκε στον Πύργο (Μπουργκάς) της Βουλγαρίας το 1884[1],
όπου βίωσε το κλίμα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Το επίθετό του, αν
όχι καλλιτεχνικό δηλώνει καταγωγή από τη Βάρνα όπου έμεναν πολλοί Έλληνες. (Το
επίθετο του πατέρα του ήταν Μπουμπούς.) Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο
και συνέχισε την εκπαίδευσή του στα Ζαρίφεια διδασκαλεία της Φιλιππούπολης και
έπειτα με την υποστήριξη του Μητροπολίτη Αγχιάλου ήρθε στην Αθήνα για να
σπουδάσει Φιλολογία όπου και πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα ως
υποστηρικτής των δημοτικιστών.
Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού
Ηγησώ, το οποίο κυκλοφόρησε δέκα τεύχη. Το 1908 πήρε το πτυχίο του από το
Πανεπιστήμιο Αθηνών και άρχισε να εργάζεται στην εκπαίδευση στην αρχή στο
ελληνικό διδασκαλείο του Πύργου (Μπουργκάς) σε ηλικία δεκαοχτώ ετών και στη
συνέχεια στην Ελλάδα (στην Αμαλιάδα) και μεταξύ άλλων στην Ανωτάτη Παιδαγωγική
Ακαδημία Αθηνών. Διετέλεσε για πολλά χρόνια καθηγητής μέσης εκπαίδευσης ενώ
εργάστηκε για βιοποριστικούς λόγους και ως δημοσιογράφος.
Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση
και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή,
τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του
Φλωμπέρ. Μετά το δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο πήρε μέρος, φοίτησε στο
Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Γληνού.
Το 1918 γράφει το ποίημα «Στυλίτης», χωρίς να το
δημοσιεύσει. Πρόκειται, για το «προανάκρουσμα» της επαναστατικής ποίησης του
Βάρναλη, την πρώτη ένδειξη της μεταστροφής του ποιητή.
Το 1919 πήγε στο Παρίσι με υποτροφία και παρακολούθησε
μαθήματα φιλοσοφίας, φιλολογίας, κοινωνιολογίας και αισθητικής. Τότε προσχώρησε
στον μαρξισμό και τον διαλεκτικό υλισμό και αναθεώρησε τις προηγούμενες απόψεις
του για την ποίηση, τόσο σε θεωρητικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο. Καρπός
αυτής της στροφής στάθηκε το ποίημα Προσκυνητής. Το καλοκαίρι του 1921 έγραψε
στην Αίγινα Το Φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια
με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας. Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο
περιοδικό Νεολαία και τη Λευτεριά στο περιοδικό Μούσα.
Το 1924 δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική
Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Γληνού. Το 1926 παύτηκε από τη θέση του ως
καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας που
δημοσίευσε ένα απόσπασμα από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη
δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου. Το 1927
τύπωσε τους Σκλάβους Πολιορκημένους.
Το 1932 εξέδωσε την
Αληθινή απολογία του Σωκράτη. Το 1935 για τη πολιτική δράση του εξορίστηκε στον Αϊ-Στράτη και στη
Μυτιλήνη.Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των Ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο
Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα και μετά εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και τον Άγιο
Ευστράτιο. Στην Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ως μέλος του ΕΑΜ[2].
Tο 1956 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 τιμήθηκε με το
βραβείο Λένιν. Είχαν προηγηθεί μεταξύ άλλων εκδόσεις των έργων του Ζωντανοί
άνθρωποι, Το Ημερολόγιο της Πηνελόπης, Ποιητικά, Διχτάτορες, Αισθητικά- Κριτικά
(δύο τόμοι). Το 1965 εκδόθηκε η τελευταία ποιητική συλλογή του με τίτλο
Ελεύθερος κόσμος και το 1972 το θεατρικό έργο Άτταλος ο Γ΄. Υπήρξε συνεργάτης
σε πολλά περιοδικά και εγκυκλοπαίδειες μεταξύ των οποίων και στη Μεγάλη Ελληνική
Εγκυκλοπαίδεια.
Οι πεποιθήσεις και το έργο του
Οι αριστερές ιδέες έγιναν έκδηλες στην ποίησή του, κάτι που
αργότερα του κόστισε τη δουλειά του στο δημόσιο, απ’ όπου τον απέλυσε η
δικτατορία του Πάγκαλου το 1925. Χωρίς προοπτική ακαδημαϊκής καριέρας στρέφεται
στη δημοσιογραφία, μελετώντας παράλληλα όλα τα φιλοσοφικά ρεύματα και
μεταφράζοντας έργα της κλασικής ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας (Αριστοφάνης,
Ευριπίδης, Μολιέρος κ.α.).
Βέβαια είχε κάνει την εμφάνισή του στα γράμματα πολύ
νωρίτερα, το 1905 με την έκδοση της πρώτης του ποιητικής συλλογής «Κηρήθρες».
Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού Ηγησώ. Από τα πιο
σημαντικά έργα του είναι «Το φως που καίει» (το οποίο εξέδωσε το 1922 στην
Αλεξάνδρεια, με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας), η συλλογή αφηγημάτων «Ο λαός των
μουνούχων» (1923), το κριτικό δοκίμιο «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (1925), το
ποιητικό «Σκλάβοι πολιορκημένοι» (1927), το αφηγηματικό «Η αληθινή απολογία του
Σωκράτη» (1931) κ.α. Τη διετία 1956-1958 κυκλοφόρησαν τα άπαντά του σε τρεις
τόμους και έκτοτε η παραγωγή του περιορίστηκε στο ελάχιστο.
Ο Κώστας Βάρναλης θεωρείται μοναδικός κοινωνικός ποιητής και
συγγραφέας: πουθενά στο έργο του δεν υπάρχουν τα ίχνη ενός διανοουμενισμού, πού
συχνά συναντάται σε ανάλογες περιπτώσεις.
Ο Κώστας Βάρναλης με τη γυναίκα του, την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου-Βάρναλη. Via Ημερησία. |
Βλ. Ημερησία. Ο Kώστας Βάρναλης κάθεται δεξιά. |
Αριστ. : Κώστας Βάρναλης - Γιάννης Ρίτσος - Μάριος Βάρβογλης.
|
Η έκδοση του Κέδρου με τα σχέδια του Γ. Γουναρόπουλου (βλ. ΒΟΡΕΑΣmagazin). |
Στη Μόσχα μετά την απονομή του βραβείου Λένιν (1959). Φωτ. via Ημερησία.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου