του Λεωνίδα Βατικιώτη
Επί Κλίντον ο γενικός τίτλος που είχε δοθεί στη φαινομενικά
καινούργια εποχή που άνοιγε στην οικονομία ήταν «νέα οικονομία». Για τους
εμπνευστές της επρόκειτο για μία εποχή απαλλαγμένη από κρίσεις, όπου το ρόλο
της ατμομηχανής στην οικονομική ανάπτυξη θα έπαιζαν οι εισηγμένες στο
χρηματιστήριο επιχειρήσεις της νέας τεχνολογίας. Τη συνέχεια με την κατάρρευση
των τιμών των μετοχών και το τέλος των μετοχών «.com», όταν αποκαλύφθηκε ο
«θαυματουργός» ρόλος της πλημμυρίδας ρευστού, την γνωρίζουμε.
Περισσότερα από δέκα χρόνια μετά, και σαν να μην έχει
διδαχθεί κανένας τίποτε από το παρελθόν, στο επίκεντρο των συζητήσεων μεταξύ
ακαδημαϊκών και ανθρώπων της αμερικάνικης αγοράς βρίσκεται ο λεγόμενος «νέος
κανόνας» ή «νέα κανονικότητα». Οι οπαδοί της διαβλέπουν μια μακρά περίοδο
άνθησης της αμερικάνικης οικονομίας που εκτείνεται ακόμη και στο επόμενο
τέταρτο του αιώνα. Στο πλαίσιο αυτής της περιόδου η ανάπτυξη που
ξεκίνησε....
το 2009, μετά την ταχύτατη ανάκαμψη της αμερικάνικης οικονομίας (αντίθετα με ό,τι συνέβη στην Ευρώπη) από την κρίση της αγοράς κατοικίας και των δανείων χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης, αναμένεται να υπερβεί τον συνηθισμένο κύκλο των 5-6 ετών. Τα αμέσως δε επόμενα χρόνια, το 2014 και 2015 οι ρυθμοί μεγέθυνσης αναμένεται να φτάσουν το 2,9% και 3,5%. Οι ρόδινες προβλέψεις μάλιστα επιβεβαιώνονται κι από τις πιο αρμόδιες δημόσιες αρχές όπως για παράδειγμα το δικομματικής σύνθεσης γραφείο προϋπολογισμού, που εκτιμά ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης το 2014 θα φτάσουν το 2,9% και τα επόμενα 4 χρόνια (2015-2018) κατά μέσο όρο το 3,6%. Πρόκειται για επιδόσεις που αποτελούν ρεκόρ αν λάβουμε υπ’ όψη μας ότι τα 3 τελευταία χρόνια η αμερικάνικη οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς γύρω στο 2%, ενώ η πιο κοντινή επίδοση είχε επιτευχθεί το 2005, όταν η οικονομία είχε αναπτυχθεί κατά 3,1%. Κινητήρια δύναμη δε σε αυτό το μίνι οικονομικό θαύμα, σύμφωνα με τους θεωρητικούς του «νέου κανόνα» όπως ο καθηγητής Οικονομικών Τάιλερ Κόουεν που το 2011 έγραψε το μπεστ σέλερ «Η μεγάλη στασιμότητα» (The Great Stagnation), θα αποτελέσουν τομείς όπως η τεχνητή ευφυΐα, η αυξημένη εγχώρια παραγωγή ενέργειας, η ον λάιν εκπαίδευση, κ.α.
Στα ύψη οι μετοχές
Στην πραγματικότητα μέρος της παρατηρούμενης ευφορίας, αν
όχι όλη, οφείλεται στις θεαματικές επιδόσεις που καταγράφουν τα αμερικάνικα χρηματιστήρια,
με τον δείκτη μετοχών S&P 500 να κινείται σε επίπεδα ρεκόρ ξεπερνώντας
ακόμη και τις επιδόσεις του Ιουλίου του 2007 όταν είχε αγγίξει τις 1.644
μονάδες. Ο δε βιομηχανικός δείκτης Ντάου Τζόουνς σπάει κάθε προηγούμενο ρεκόρ,
κινούμενος σταθερά πάνω από τις 15.000 μονάδες. Να σκεφτεί δε κανείς πως όταν
το 1996 ο τότε πρόεδρος της αμερικάνικης κεντρικής τράπεζας είχε κάνει λόγο για
«παράλογη ευφορία» επισημαίνοντας τον κίνδυνο της φούσκας και συστήνοντας
…ψυχραιμία κι αυτοσυγκράτηση ο ίδιος δείκτης …σερνόταν στο πάτωμα. Κινούταν στα
επίπεδα των 6.500 μονάδων.
Στην αυταπόδεικτη κριτική ότι είμαστε ενώπιον μιας νέας
φούσκας, που εν είδει νόμου επεκτείνεται και στον θεωρητικό τομέα, το
επιχείρημα που αντιτείνεται είναι ότι αυτή την φορά κάτι έχει αλλάξει στον
τομέα των εταιρικών κερδών που είναι ασυνήθιστα υψηλά. Αν πάρουμε δε ως σημείο
σύγκρισης τις επιδόσεις των κερδών κατά τη διάρκεια της φούσκας την δεκαετία
του ’90, τώρα τα εταιρικά κέρδη είναι 2,5 φορές υψηλότερα, υποστήριζε ακόμη κι
ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν στους Νιου Γιορκ Τάιμς στις 9 Μαΐου, υπενθυμίζοντας
ότι η κριτική για φούσκα κυρίως εκπορεύεται από νεοφιλελεύθερους κύκλους που
ζητούν σφιχτότερη οικονομική πολιτική. Κι άμεσα, πιέζουν για την εγκατάλειψη
των μέτρων νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόζει το αμερικάνικο κεντρικό
πιστωτικό ίδρυμα πλημμυρίζοντας την αμερικάνικη οικονομία με άφθονο και φθηνό
χρήμα, επιτρέποντας την αναχρηματοδότηση των δανείων. Πρόκειται ειδικότερα για
τρία πακέτα μέτρων (QE 1, QE 2 και QE 3 που είναι ήδη σε εξέλιξη) τα οποία
άρχισαν να εφαρμόζονται πριν 5,5 χρόνια (πριν δηλαδή ξεσπάσει η κρίση!)
συνολικής μέχρι τώρα αξίας 2,3 τρις. δολ. ή 15% του ΑΕΠ.
Ακόμη όμως κι αν θεωρήσουμε χίλιες φορές προτιμότερη την
οικονομική πολιτική της αμερικάνικης όπως και της ιαπωνικής κεντρικής τράπεζας,
σε σχέση με την σχεδιασμένα υφεσιακή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, δεν μπορούμε
να προσπεράσουμε εύκολα τα προφανή ερωτήματα που τίθενται για τις βάσεις αυτής
της σύντομης «οικονομικής άνοιξης», αναδεικνύοντας τις εγγενείς αντινομίες της.
Κατά πόσο δηλαδή στηρίζεται σε σταθερά θεμέλια κι αυτή τη φορά θα δικαιώσει τις
αισιόδοξες προβλέψεις που διατυπώνονται; Κι η απάντηση είναι αρνητική. Δύο
μεγέθη είναι αυτά που ξεχωρίζουν υπογραμμίζοντας τον επιφανειακό, δηλαδή
πρόσκαιρο χαρακτήρα του αμερικάνικου success story: οι επενδύσεις και η
συμμετοχή του εργατικού δυναμικού στην παραγωγή.
Σε πτώση οι επενδύσεις
Παρά το ρευστό που έχει πέσει στην αγορά οι ιδιωτικές
επενδύσεις βρίσκονταν το πρώτο τρίμηνο του έτους στο 13,5% του ΑΕΠ πολύ πιο
χαμηλά από τα επίπεδα του 2007, όταν κινούνταν στο 16,5% του ΑΕΠ, αν και
υψηλότερα από το χαμηλό του τρίτου τριμήνου του 2009 (10,5%). Οι απώλειες κατά
σημαντικό μέρος οφείλονται στην υποχώρηση του κλάδου των ιδιωτικών κατοικιών.
Από τότε ωστόσο δεν έχει βρεθεί ένας άλλος κλάδος να πάρει την σκυτάλη
διατηρώντας έστω τις επενδύσεις στο προ κρίσης επίπεδο. Κατά συνέπεια και
παρότι είναι θέμα δημόσιας συζήτησης η επιστροφή πολλών μεταποιητικών μονάδων
στις ΗΠΑ από την Κίνα κι άλλες χώρες φθηνού εργατικού κόστους (χωρίς απ’ ό,τι
φαίνεται να πρόκειται για τόσο ισχυρή τάση που να αλλάζει τα δεδομένα) δεν
υπάρχουν οι όροι που θα δώσουν προοπτική, ούτε καν βάθος στην παρατηρούμενη
αντιστροφή του οικονομικού κλίματος.
Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει κι αν εξετάσουμε την συμμετοχή
του εργατικού δυναμικού στην παραγωγή, που μειώνεται συνεχώς για να περιοριστεί
στο 63,5% του συνόλου και κινείται στα επίπεδα του 1979, όταν το αμερικάνικο
ΑΕΠ ανερχόταν σε 5,9 τρισ. δολ. Μια σημαντική αιτία της μειούμενης συμμετοχής
του εργατικού δυναμικού στην παραγωγή είναι η ανεργία που ξεπερνάει το 7%,
αφήνοντας έξω από το κλίμα χαράς του «νέου κανόνα» 11,8 εκ. εργαζόμενους που
θέλουν να δουλέψουν και δεν μπορούν, εκ των οποίων τα 4,4 εκ. είναι μακροχρόνια
άνεργοι, βρίσκονται δηλαδή εκτός της αγοράς εργασίας για πάνω από 27 εβδομάδες.
Πέρα από το δέος που προκαλεί η έκρηξη της παραγωγικότητας της ανθρώπινης
εργασίας στο πέρασμα του χρόνου, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο το πόσο
λεπταίνει η βάση στην οποία στηρίζεται η αμερικάνικη οικονομία. Επομένως, είτε
χαρακτηρίσουμε την σύγχρονη αμερικάνικη οικονομία ως φούσκα, είτε ως ανάποδη
πυραμίδα με την κορυφή κάτω, το σίγουρο είναι πως οι επιδόσεις της αποτελούν
ένα φαινόμενο εφήμερο μιας κι εκλείπουν οι βασικότεροι όροι για μια νέα περίοδο
μακροχρόνιας οικονομικής μεγέθυνσης, όπως συνέβη για παράδειγμα την πρώτη
μεταπολεμική περίοδο, με τα λεγόμενα 30 ένδοξα χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου