του Πέτρου Παπακωνσταντίνου (από την Καθημερινή)
Η εμφύλια σύρραξη εξελίσσεται σε «πόλεμο μέσω αντιπροσώπων» μεταξύ ΗΠΑ - Ρωσίας και Σαουδικής Αραβίας - Ιράν
Ανησυχητικές ομοιότητες με την τραγωδία της Λιβύης αρχίζει να αποκτά η συριακή κρίση: Αντλώντας έμπνευση από την Αραβική Ανοιξη της Τυνησίας και της Αιγύπτου, μια μαζική εξέγερση εναντίον ενός απολυταρχικού καθεστώτος εξελίχθηκε σε αδιέξοδο εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο ενεπλάκησαν μεγάλες περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις, φέρνοντας κάθε μέρα και πιο κοντά το ενδεχόμενο της ανοιχτής στρατιωτικής επέμβασης. Ωστόσο, σε αντίθεση με τη Λιβύη, μια απομονωμένη αφρικανική χώρα, η Συρία βρισκόταν πάντα στην καρδιά της αραβοϊσραηλινής διένεξης και όλων των γεωπολιτικών συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή - μια περιοχή, για την οποία ο Χένρι Κίσινγκερ είχε πει χαρακτηριστικά ότι «χωρίς την Αίγυπτο δεν γίνεται πόλεμος και χωρίς τη Συρία δεν γίνεται ειρήνη». Μοιραία, η σημερινή κρίση εγκυμονεί σειρά απρόβλεπτων ανατροπών στην πιο εύφλεκτη πετρελαϊκή ζώνη του πλανήτη, που ξεκινά από τον Περσικό κόλπο και φτάνει στην ανατολική Μεσόγειο, επηρεάζοντας Ελλάδα και Κύπρο.
Πρωτεύουσα της πρώτης αραβικής αυτοκρατορίας, των Ομεϋαδών, με το μεγάλο τέμενος όπου βρίσκεται και το μαυσωλείο του θρυλικού Σαλαντίν, απελευθερωτή της Ιερουσαλήμ από τους σταυροφόρους, η Δαμασκός διατηρεί στη σύγχρονη εποχή έναν πολιτικό και ιδεολογικό ρόλο που υπερβαίνει κατά πολύ τα δημογραφικά και οικονομικά όρια της Συρίας. Την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, η χώρα αποτέλεσε πεδίο μιας διπλής «σύγκρουσης μέσω αντιπροσώπων»: Αμερική και Σοβιετική Ενωση μάχονταν για τον προσεταιρισμό της, ενώ ταυτόχρονα η ριζοσπαστική Αίγυπτος του Νάσερ και η αντιδραστική Σαουδική Αραβία τη διεκδικούσαν επιδιώκοντας την ηγεμονία στον αραβικό κόσμο. Λίκνο του παναραβικού σοσιαλισμού, η Συρία του Χαφέζ Ασαντ, πατέρα του σημερινού προέδρου, επέλεξε τη συμμαχία με την ΕΣΣΔ και πρόβαλε ως προμαχώνας της πιο αδιάλλακτης γραμμής εναντίον του Ισραήλ - χαρακτηριστικά, μετά τις ειρηνευτικές συμφωνίες του Οσλο, η Δαμασκός χαρακτήρισε τον Γιασέρ Αραφάτ «διευθυντή του αστυνομικού τμήματος του Ισραήλ στην πόλη της Γάζας».
Παρ΄ όλα αυτά, το πραγματιστικό καθεστώς του κόμματος Μπάαθ ουδέποτε διέρρηξε τις σχέσεις του με την αμερικανική υπερδύναμη. Στον εμφύλιο του Λιβάνου, όταν Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ είχαν πανικοβληθεί από την ορατή προοπτική επικράτησης των Παλαιστινίων και των αριστερών Λιβανέζων, ήταν τα στρατεύματα του Ασαντ που έδωσαν τη λύση ρίχνοντας την πλάστιγγα υπέρ των Φαλαγγιτών, με τραγική κορύφωση τη σφαγή Παλαιστινίων στο Τελ αλ Ζαατάρ, το 1976. Στον πρώτο πόλεμο των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ, το 1991, η «αντιιμπεριαλιστική» Συρία συμπαρατάχθηκε με τον πατέρα Μπους τη στιγμή που ακόμη και η σύμμαχος των Αμερικανών Ιορδανία στεκόταν στο πλευρό του Σαντάμ Χουσεΐν. Αργότερα, η Συρία σταμάτησε να στηρίζει το κουρδικό ΡΚΚ και έπαιξε τον ρόλο της στη γνωστή κατάληξη του ηγέτη του, Αμπντουλά Οτσαλάν.
Μετά τον θάνατο του Χαφέζ Ασαντ η εξουσία πέρασε στον γιο του, Μπασάρ, ο οποίος έφερε μαζί του από την Αγγλία, όπου είχε σπουδάσει, μια ομάδα νεαρών εκσυγχρονιστών συμβούλων με τους οποίους εγκαινίασε, το 2000, τη βραχύβια «άνοιξη της Δαμασκού»: ιδιωτικοποιήσεις, άνοιγμα στο ξένο κεφάλαιο και άνεμος φιλελευθεροποίησης με τη νομιμοποίηση πολιτικών «σαλονιών». Το φιλελεύθερο άνοιγμα διακόπηκε βίαια, εν μέρει λόγω φόβων αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, κυρίως όμως λόγω του πολέμου που εξαπέλυσε ο υιός Μπους εναντίον του Ιράκ και της δικαιολογημένης ανησυχίας ότι θα ερχόταν η σειρά της Συρίας. Ακόμη και τότε, όμως, οι μυστικοί δίαυλοι διατηρήθηκαν ενεργοί, καθώς η CIA έστελνε (και) στη Δαμασκό ισλαμιστές εξτρεμιστές για «ενισχυμένες» ανακρίσεις. Ο κοινός εχθρός της Ουάσιγκτον και του κοσμικού καθεστώτος Μπάαθ, ο ισλαμικός εξτρεμισμός, συντηρούσε την αλλόκοτη προσέγγιση.
Η εικόνα αυτή ανατρέπεται με την Αραβική Ανοιξη και την επιλογή του Μπαράκ Ομπάμα να ρίξει γέφυρες στο πολιτικό Ισλάμ, που αναδεικνύεται ηγεμονική δύναμη από την Τυνησία και τη Λιβύη μέχρι την Αίγυπτο και την Υεμένη. Πρόκειται για παιχνίδι υψηλότατου πολιτικού ρίσκου, όπως μαρτυρούν η βοσνιοποίηση της μετα-κανταφικής Λιβύης και κυρίως το ανοιχτό ενδεχόμενο ρήξης των Αδελφών Μουσουλμάνων με τον στρατό στην Αίγυπτο. Εξίσου μεγάλοι είναι οι κίνδυνοι στη Συρία, όπου οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αποτελούν την κυρίαρχη συνιστώσα της εξέγερσης. Ωστόσο, τα προσδοκώμενα οφέλη δικαιολογούν ώς ένα βαθμό το παράτολμο παιχνίδι της Ουάσιγκτον.
Ενδεχόμενη ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ από τους σουνίτες Αδελφούς Μουσουλμάνους θα στερήσει το σιιτικό Ιράν από τον βασικό του σύμμαχο, μέσω του οποίου ασκεί επιρροή στη λιβανέζικη Χεζμπολάχ και στην παλαιστινιακή Χαμάς (η τελευταία έχει ήδη πάρει αποστάσεις από Δαμασκό και Τεχεράνη, προσεγγίζοντας περισσότερο Κάιρο και Αγκυρα). Ο πρώην διοικητής της ισραηλινής μυστικής υπηρεσίας Μοσάντ εκτιμούσε πρόσφατα ότι η ανατροπή του Ασαντ θα επέφερε από μόνη της τέτοια εξασθένηση του Ιράν, που θα καθιστούσε περιττό τον βομβαρδισμό του από το Ισραήλ. Επιπλέον, μια σουνιτική Συρία, σύμμαχος της Σαουδικής Αραβίας, η οποία προσφέρει στον στρατό των αντικαθεστωτικών χρήματα και όπλα, θα αποτελούσε μοχλό άσκησης επιρροής στο άκρως ασταθές Ιράκ, όπου η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων αφήνει πίσω της ένα σπαρασσόμενο έθνος υπό την κυριαρχία των σιιτών, με σοβαρή την επιρροή της Τεχεράνης. Τελευταίος σε σειρά, αλλά όχι και σε σημασία παράγοντας, η ανατροπή του Ασαντ απειλεί να στερήσει τη Ρωσία από τη μοναδική ναυτική βάση της στη Μεσόγειο, τη βάση της Ταρσού. Δύο δεκαετίες μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ο «πόλεμος μέσω αντιπροσώπων» στο Λεβάντε καλά κρατεί..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου