του Δημήτρη Καζάκη
Η μαύρη κρατική προπαγάνδα έχει πάντα σαν αφετηρία της το
εξής αξίωμα: «Αν πεις ένα ψέμα αρκετά μεγάλο και συνεχίσεις να το
επαναλαμβάνεις, ο λαός τελικά θα καταλήξει να το πιστέψει. Το ψέμα μπορεί να
διατηρηθεί μόνο για όσο χρόνο το κράτος μπορεί να προστατεύσει το λαό από τις
πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές συνέπειες του ψέματος. Είναι, λοιπόν,
ζωτικής σημασίας για το κράτος να χρησιμοποιήσει όλες τις εξουσίες του για να
καταστείλει τη διαφωνία, μιας και η αλήθεια είναι ο θανάσιμος εχθρός του
ψέματος, και, επομένως, κατ’ επέκταση, η αλήθεια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του
κράτους.»
Το απόφθεγμα αυτό, ίσως λανθασμένα, αποδίδεται στον υπουργό
Προπαγάνδας του Χίλτερ, Τζόζεφ Γκέμπελς. Ωστόσο, προσωπικά πιστεύω ότι η αρχή
αυτή έχει μάλλον αγγλοσαξονική καταγωγή και φυσικά το υιοθέτησαν ολόθερμα οι
χιτλερικοί. Όποια κι αν είναι η καταγωγή της αρχής αυτής του «Μεγάλου Ψέματος»,
όπως έχει χαρακτηριστεί, ένα είναι απολύτως σίγουρο. Συνιστά ένα από τα θεμέλια
της επίσημης επικοινωνιακής πολιτικής του κράτους. Ειδικά σήμερα όπου το μαύρο πρέπει
οπωσδήποτε να εμφανίζεται άσπρο, έστω κι αν ο λαός κοντέψει να χάσει τα λογικά
του. Τουλάχιστον μέχρις ότου οι αναπόφευκτες συνέπειες αυτού του ψέματος γίνουν
πλέον ολοφάνερες ακόμη και στον πιο ανόητο.
Οι κατ’ επάγγελμα και κατά συνείδηση ψεύτες
Το ψέμα αυτό λειτουργεί ακόμη πιο καλά, γίνεται ακόμη πιο
μεγάλο, όταν διαθέτεις τον έλεγχο των ΜΜΕ και εν συνεχεία βάζεις σχεδόν τους
πάντες, συμπολίτευση και αντιπολίτευση, να το αποδέχονται ως πραγματική βάση
συζήτησης. Αυτό συμβαίνει σήμερα με το πιο αγαπημένο ψέμα των κυβερνώντων,
δηλαδή το πρωτογενές πλεόνασμα. Κι ενώ το ψέμα συνεχίζεται με την αμέριστη
βοήθεια όχι μόνο των πιο χυδαίων, αλλά και των πιο «αντικειμενικών»
δημοσιογράφων, θάβεται με τον πιο προκλητικό τρόπο κάθε αμφισβήτηση, κάθε
σοβαρή προσέγγιση που ξεμπροστιάζει τους κατ’ επάγγελμα και συνείδηση ψεύτες.
«Τώρα που έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα….» ξεκινούν οι καλοί
μας δημοσιογράφοι με τους πιο «αντικειμενικούς» να προσθέτουν, «όπως λέει η
κυβέρνηση», πετάνε το μπαλάκι στους εκπροσώπους του επίσημου κομματικού
κατεστημένου της Βουλής και το παιχνίδι της εξαπάτησης έχει στηθεί. Το
εντυπωσιακό είναι ότι όλοι παίζουν σ’ αυτό το παιχνίδι. Μόνο στο μέγεθος του
πρωτογενούς πλεονάσματος δείχνουν να διαφωνούν. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό να
τους ακούς στα «πάνελ» και να σκέφτεσαι πόσο άθλιο παιχνίδι παίζουν σε βάρος
του λαού και της χώρας.
Αν ξεχάσει κανείς προς στιγμή ότι το κυνήγι του πρωτογενούς
πλεονάσματος, ειδικά σε συνθήκες πρωτοφανούς ύφεσης και αποπληθωρισμού σαν
αυτές που βιώνει η ελληνική οικονομία, ισοδυναμεί με την εν ψυχρώ δολοφονία του
βιοπορισμού της μεγάλη πλειοψηφίας των νοικοκυριών στην Ελλάδα, θα λέγαμε ότι
δεξιοί και αριστεροί που ορκίζονται πια στο όνομά του, δεν κάνουν τίποτε άλλο
από το να παίζουν τις κουμπάρες. Η όλη συζήτηση έχει επικεντρωθεί στο «πόσο».
Λες και συνιστά κάτι ανάλογο με θεία επιταγή.
Πρωτογενές έλλειμμα και πολιτική υποκρισία
Προσφάτως, μάλιστα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα είναι
κοντά στα 4 δις ευρώ. Κανείς όμως δεν ενδιαφέρθηκε να παρουσιάσει τα αληθινά
νούμερα. Ας πάρουμε τα στοιχεία της Eurostat που έχει δημοσιεύσει για τα τρία
πρώτα τρίμηνα του 2013. Το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης κατά τα
πρώτα τρία τρίμηνα του 2013 είναι, σύμφωνα πάντα με την Εurostat, πρωτογενές
έλλειμμα άνω των 17 δις ευρώ. Κατανοητό; Πρωτογενές έλλειμμα 17 δις ευρώ! Τι
έγινε δηλαδή το τέταρτο τρίμηνο και επετεύχθη πρωτογενές πλεόνασμα; Βρέθηκαν
αυτά τα 17 δις ευρώ και επιπλέον άλλα 4 δις ευρώ, δηλαδή σύνολο 21 δις ευρώ,
επιπλέον των τακτικών δαπανών ώστε να προκληθεί πρωτογενές πλεόνασμα; Πόθεν;
Θέλουν να μας τρελάνουν οι αλητήριοι.
Επίσης, σύμφωνα με την Eurostat, το αποτέλεσμα της Γενικής
Κυβέρνησης (σύμφωνα με τον ESA-95), όπου συμπεριλαμβάνονται τα πάντα, πάλι για
τα πρώτα τρία τρίμηνα του 2013 εμφανίζει έλλειμμα 22,6 δις ευρώ. Είναι το
μεγαλύτερο έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης από το 2009 που έπιασε τα πρώτα τρία
τρίμηνα τα 25,7 δις ευρώ. Πώς έγινε και βγήκε πλεόνασμα στο τέταρτο τρίμηνο;
Γέννησε χρήμα το κράτος; Η αλήθεια είναι ότι το 2013 το ελληνικό κράτος θα
σημειώσει το μεγαλύτερο πρωτογενές, αλλά και δημοσιονομικό έλλειμμα της Γενικής
Κυβέρνησης, σύμφωνα με τις μεθόδους καταμέτρησης της Eurostat, από το 2009. Από
την εποχή δηλαδή που το επίσημο δημοσιονομικό έλλειμμα καταμετρήθηκε στα 15,7%
του ΑΕΠ και χρησιμοποιήθηκε ως βασικό επιχείρημα για να συντελεστεί το
πραξικόπημα του πρώτου μνημονίου και της δανειακής σύμβασης.
Το μεγάλο ψέμα θα φανερωθεί κατά τον Μάη μεριά και τότε θα
μας ξεφουρνίσουν ότι χρειαζόμαστε ένα πολυποίκιλο πρόγραμμα «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων»
προκειμένου να μας σώσουν για μια ακόμη φορά. Αυτή την φορά για 10-20 δις ευρώ
«βοήθεια» το ξεπούλημα θα πάει γόνα. Δημόσια, αλλά και ιδιωτική περιουσία θα
κάνει φτερά και η χώρα θα αλλάξει οριστικά χέρια. Αλλά τι μας νοιάζει; Το ευρώ,
η ευρωζώνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι καλά, καθώς και το τραπεζικό καρτέλ
για το οποίο θυσιάζονται λαοί και χώρες.
Κι ενώ όσο ποτέ άλλοτε ο λαός πρέπει να παλέψει για την
εθνική του ανεξαρτησία ως θεμέλιο λίθο της δικής του επιβίωσης, η οποία ποτέ
δεν απειλήθηκε σε τέτοιο βαθμό, έχουμε το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων από την
φασιστική ακροδεξιά της ΧΑ, την λεγόμενη λαϊκή δεξιά, ή κεντροδεξιά μνημονιακή
και αντιμνημονιακή, έως την ριζοσπαστική αριστερά τύπου ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν
παραιτηθεί από το πατριωτικό καθήκον. Τρέμουν σε τέτοιον βαθμό να θέσουν θέμα
εξόδου από το ευρώ και την Ε.Ε., που προτιμούν να δουν την χώρα και τον λαό να
χάνεται σε ολοκαύτωμα. Οι δεξιοί ασκούνται σε μια πρόστυχη πατριδοκαπηλία και
περιμένουν τους αριστερούς να δώσουν με την δική τους κυβέρνηση την χαριστική
βολή στον λαό και στην χώρα.
Όλοι, πλην Λακεδομονίων, όπως αρέσει στους αργόμισθους του
Περισσού να λένε. Με εξαίρεση δηλαδή το
ΚΚΕ το οποίο, όπως πάντα, προπαγανδίζει την πολιτική αδιαφορία. «Είτε με
πρωτογενές πλεόνασμα, είτε χωρίς, ένας είναι ο καπιταλισμός… Είτε με ανάπτυξη,
είτε με ύφεση ίδιος είναι ο καπιταλισμός…», κοκ. Με άλλα λόγια είτε τον εργάτη
τον κόβει η πείνα, είτε όχι, εφόσον βρίσκεται στον καπιταλισμό είναι το ίδιο
και το αυτό! Είτε είναι δούλος, ραγιάς, υποτελής υπό καθεστώς δουλοπαροικίας
του χρέους, είτε όχι, από την στιγμή που βρίσκεται στον καπιταλισμό, είναι
«δώρο, άδωρο», όπως μας είπε πρόσφατα στον Ενικό, ο κ. Κουτσούμπας. Το μόνο που
έχει να κάνει είναι να προσεύχεται στον Περισσό και να ψηφίζει τυφλά ΚΚΕ. Όπως
ακριβώς γινόταν στον μεσαίωνα όπου κυριαρχούσε η θρησκοληψία και ο φτωχός
έπρεπε να προσεύχεται ανελλιπώς στον Ύψιστο και να περιμένει την λύτρωση στην
άλλη ζωή. Το σημερινό ΚΚΕ δεν είναι πολιτικό κόμμα, αλλά θρησκευτική αίρεση με
επίσημη κρατική επιχορήγηση.
Η αναβίωση του ιησουιτισμού
Με πρόφαση την δική του πολιτική ιδεολογία που αντλεί την
καταγωγή της από τα κιτάπια του θρησκευτικού κομμουνισμού των ταγμάτων του
Ιησουιτισμού του 17ου και 18ου αιώνα. Βασικός ευαγγελιστής αυτού του
κομμουνισμού υπήρξε ο Ιησουίτης επίσκοπος Αντόνιο Εσκομπάρ από την Μεντόζα, ο
οποίος τον 17ο αιώνα θεμελίωσε εκτός των άλλων και την αρχή ότι η καθαρότητα
της πρόθεσης μπορεί να αποτελέσει νόμιμη δικαιολογία για ενέργειες που από
μόνες τους είναι σε αντίθεση με τον ηθικό κώδικα και τους ανθρώπινους νόμους. Με
άλλα λόγια θεμελίωσε την αρχή του ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, αρκεί ο σκοπός να
υπηρετεί ανώτερες ηθικές αρχές και αξίες, ή την καθαρότητα της ιδεολογίας.
Επομένως υπάρχει κακή δολοφονία, αλλά και καλή αν εξυπηρετεί
την καθαρή ιδεολογία, ή με άλλα λόγια το κόμμα. Υπάρχει κακό ψέμα όταν
στρέφεται ενάντια στο κόμμα και καλό ψέμα όταν ωφελεί το κόμμα. Κακός απατεώνας
και καλός απατεώνας. Ειδικά αν ο απατεώνας είναι στη δούλεψη του κόμματος.
Αυτός είναι ο λόγος που το κήρυγμα του Εσκομπάρ για πάνω από δυο αιώνες
αποτελούσε συνώνυμο της διπλοπροσωπίας. Οι επαναστάτες του 19ου αιώνα θεωρούσαν
ως μέγιστη προσβολή την escobarie, όπως την έλεγαν. Ο αγώνας για την δημοκρατία
και την κοινωνική χειραφέτηση δεν είχε ποτέ και δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση
με τέτοιες αντιλήψεις και πρακτικές.
Αξίζει να σημειώσουμε, για όσους πιθανόν να μην γνωρίζουν,
αλλά ξέρουν να διακρίνουν ιδεολογικές και πολιτικές ταυτίσεις, ότι αυτός ο
ιησουίτικος κομμουνισμός πρέσβευε την πιο απόλυτη ισότητα και κοινοκτημοσύνη.
Ακόμη και τα προσωπικά εργαλεία ήταν στη διάθεση της κοινότητας. Οι Ιησουίτες
κατόρθωσαν να κάνουν πράξη την κομμουνιστική τους ουτοπία σε μια σειρά αποικίες
που ίδρυσαν ανάμεσα στα 1609-1780 σε περιοχές της σημερινής Παραγουάης,
Αργεντινής και Βραζιλίας. Πάνω από 100 χιλιάδες ψυχές ιθαγενών βρέθηκαν να ζουν
σ’ αυτές τις κοινότητες σε συνθήκες απόλυτης ισονομίας, ισοπολιτείας και
κοινοκτημοσύνης.
Πάντα βέβαια υπό την άγρυπνη πνευματική καθοδήγηση του
κόμματος των Ιησουιτών. Τίποτε δεν μπορούσε να γίνει χωρίς την ρητή έγκριση των
Ιησουιτών ποιμένων που μάθαιναν στους ιθαγενείς την τέχνη της απόλυτης υπακοής
στη μια και μοναδική αλήθεια του δικού τους θρησκευτικού δόγματος, δηλαδή της
δικής τους καθαρής ιδεολογίας. Ο πνευματικός ακρωτηριασμός των ιθαγενών είχε ως
αντάλλαγμα μια συγκριτικά καλή ζωή για τις οικογένειές τους στις κοινότητες,
όπου ανθούσε η συλλογική καλλιέργεια και κτηνοτροφία.
Να, όμως, πώς περιέγραφε την κατάσταση αυτών των κοινοτήτων
ένας από τους πιο επιφανείς μελετητές του Ιησουιτισμού κατά τον 19ο αιώνα:
«Η διακυβέρνηση που είχε συσταθεί από αυτούς στην Παραγουάη
ήταν ουσιαστικά μοναρχική. Δεν θα μπορούσε να ήταν αλλιώς σύμφωνα με τις αρχές
του δόγματός τους. Υπό το ψευδώνυμο μιας χριστιανικής δημοκρατίας ήταν, σύμφωνα
με όλες τις προθέσεις και τους σκοπούς, ένα θεοκρατικό κράτος, κατασκευασμένο
έτσι ώστε να είναι αποστειρωμένο από όλες τις ευρωπαϊκές επιρροές, εκτός
εκείνων που προέρχονται από τον ανώτερό τους στη Ρώμη. Όλη η επαφή που υπήρχε
με την Εκκλησία και τον Πάπα ήταν μέσω αυτού, ενώ όποιες εντολές κι αν έδινε
τις υπάκουαν χωρίς καμμιά αντίρρηση. Χωρίς να σταματήσουν να διερευνήσουν οι
ίδιοι ή να απασχοληθούν με το κατά πόσο η Εκκλησία και ο Πάπας τις ενέκριναν, ή
τις απέρριπταν. Για να εντυπωσιάσουν τους ιθαγενείς με την ιδέα της
ανεξαρτησίας τους και της υπεροχής τους…, άσκησαν τα πιο περίτεχνα μέσα για να
τους πείσουν να μην έρθουν σε καμία επαφή είτε με τους Ισπανούς είτε με τους
Πορτογάλους, με την δικαιολογία ότι δεν θα μπορούσαν να το πράξουν χωρίς να
μολυνθούν από τις κακίες και τις ανηθικότητές τους. Οι ανυποψίαστοι ινδιάνοι
ήταν εύκολο να παρασυρθούν από τις πράξεις καλοσύνης και το αποτέλεσμα ήταν
ότι, κατά τη διάρκεια μιας σύντομης περιόδου, πέτυχαν τη δημιουργία ενός
αριθμού κοινοτήτων που κλήθηκαν Μειώσεις - ή, πιο σωστά μιλώντας, χωριών με
πλήθη ινδιάνων να συνωστίζονται σ’ αυτά… Αυτά συνιστούσαν το Ιησουίτικο Κράτος
και όλα τους, με την απλή τελετή του βαπτίσματος, είχαν τεθεί υπό την κυριαρχία
των Ιησουιτών. Σε κάθε Μείωση οι ιθαγενείς είχαν το δικαίωμα να επιλέξουν ένα
δικό τους κοσμικό δικαστικό σώμα, με περιορισμένες και ασήμαντες εξουσίες πάνω
σε τέτοιες υποθέσεις που θα μπορούσαν να του εμπιστευτούν χωρίς να επηρεάζεται
ο θεοκρατικός χαρακτήρας της διακυβέρνησης. Όμως προκειμένου να μην υπάρξει το
ενδεχόμενο ακόμα κι αυτές οι λίγες προσωρινές υποθέσεις να διεξάγονται
ανεξάρτητα από αυτούς, υιοθέτησαν την πρόβλεψη ότι, πριν ισχύσουν οποιεσδήποτε
σημαντικές αποφάσεις, θα πρέπει να αναζητήσουν την επικύρωση τους από τους
«πνευματικούς ποιμένες». Δεν υπήρξε ποτέ και πουθενά μια πιο πλήρης και
ολοκληρωμένη σύζευξη της εκκλησίας και του κράτους μαζί.» (R.W. Thompson, The Footprints of the Jesuits,
New York: Hunt & Eaton, 1894, σ. 173-74)
Αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε ότι όταν η αγορά για δούλους
γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα εκτινάχθηκε, τότε οι δουλέμποροι είδαν στις
κοινότητες των Ιησουιτών μια εύκολη πηγή ανθρώπινου εμπορεύματος. Αποκηρύχθηκαν
ως αιρετικοί οι Ιησουίτες και οι ιθαγενείς των κοινοτήτων πουλήθηκαν ως δούλοι.
Το ενδιαφέρον είναι ότι, όπως λένε οι ιστορικοί, οι ιθαγενείς καθώς ήταν
μαθημένοι να υπακούν τυφλά δεν έφεραν καμιά σοβαρή αντίσταση στους
δουλεμπόρους. Ενώ τα αδέλφια τους που δεν είχαν παρασυρθεί από τον κομμουνισμό
των Ιησουιτών και δεν βίωσαν τον πνευματικό ακρωτηριασμό στις κοινότητες της
«ιερατικής δημοκρατίας» τους, οργανώθηκαν και πολέμησαν την επέκταση της
δουλείας σχεδόν έως την εποχή της επίσημης κατάργησής της. Κι ο νοών, νοείτο.
Republique pretre
Σ’ αυτήν την «ιερατική δημοκρατία» των Ιησουιτών είδε πρώτος
ο Μαρξ την άνοδο του πνεύματος της γραφειοκρατίας. «Το γραφειοκρατικό πνεύμα
είναι απ’ άκρη σ’ άκρη πνεύμα ιησουίτικο, θεολογικό. Οι γραφειοκράτες είναι οι
Ιησουΐτες του Κράτους και οι θεολόγοι του Κράτους. Η γραφειοκρατία είναι η
republique pretre [ιερατική δημοκρατία – ΔΚ].» (Μαρξ, Κριτική της Φιλοσοφίας
του Δικαίου).
Κι επειδή η γραφειοκρατία στο κράτος, όπως και στο κόμμα,
δεν είναι παρά ένα ιδιαίτερο είδος μικροαστικού παρασιτισμού δεν μπορεί παρά να
γεννά – όποτε δεν ταυτίζεται ανοιχτά με τα κυρίαρχα συμφέροντα – έναν ιδιότυπο
σκοταδιστικό κομμουνισμό, σαν αυτόν των Ιησουιτών, που ο Μαρξ χαρακτήρισε στην
εποχή του Γερμανικό, ή «καθαρό» σοσιαλισμό στον οποίο «δόθηκε η τόσο ποθητή
ευκαιρία να αντιπαραθέσει τις σοσιαλιστικές διεκδικήσεις στο πολιτικό κίνημα,
για να εξαπολύσει τα πατροπαράδοτα αναθέματα ενάντια στο φιλελευθερισμό,
ενάντια στο αντιπροσωπευτικό κράτος, ενάντια στον αστικό συναγωνισμό, την
αστική ελευθερία του τύπου, το αστικό δίκαιο, την αστική ελευθερία και ισότητα
και για να κηρύξει στη λαϊκή μάζα πως δεν έχει να κερδίσει τίποτε απ' αυτό το
αστικό κίνημα, αντίθετα θα τα χάσει όλα… Στις γερμανικές απολυταρχικές
κυβερνήσεις µε την ακολουθία τους από παπάδες, δασκάλους, ευγενείς της υπαίθρου
και γραφειοκράτες, ο σοσιαλισμός αυτός χρησίμευε σαν ποθητό σκιάχτρο ενάντια
στην αστική τάξη που τραβούσε απειλητικά προς τα πάνω. Αποτελούσε το γλυκερό
συµπλήρωµα στις πικρές βουρδουλιές και τις σφαίρες, µε τις οποίες οι ίδιες
αυτές κυβερνήσεις αντιμετώπιζαν τις γερμανικές εργατικές εξεγέρσεις.»
(Μανιφέστο)
Το ΚΚΕ σήμερα δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά μια αναβίωση
του γερμανικού ή «καθαρού» σοσιαλισμού στις συνθήκες μιας συντριπτικής επίθεσης
εναντίον του λαού των πιο σκοτεινών κύκλων του συστήματος, που κατά τα άλλα
χαρακτηρίζει ως «ταξικό εχθρό». Σε μια εποχή όπου έχει αναδειχθεί ως κορυφαία
επιταγή η πάλη για την δημοκρατία και την εθνική ανεξαρτησία, για την εθνική
αυτοδιάθεση ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνική χειραφέτηση του λαού, το
ΚΚΕ διακυρήσει στις λαϊκές μάζες την πολιτική αδιαφορία απέναντι σε κάθε
δημοκρατικό και εθνικό αίτημα. Πολεμά μετά μανίας κάθε ένδειξη αυτοοργάνωσης
και ανεξάρτητης δράσης των λαϊκών στρωμάτων. Ιδίως όταν προτάσσουν άμεσα
πολιτικά αιτήματα.
Προπαγανδίζει την έξοδο από την ΕΕ μόνο και αποκλειστικά υπό
την δική του διακυβέρνηση. Κι έτσι επιδιώκει να απαξιώσει το αίτημα στα μάτια
του λαού, να το ξεκόψει από τον βαθύ δημοκρατικό και εθνικοανεξαρτησιακό του
χαρακτήρα, προκειμένου να περάσει η τρομοκρατική προπαγάνδα του επίσημου
συστήματος που θέλει την έξοδο από τη ΕΕ με πρώτο αποφασιστικό βήμα την έξοδο
από το ευρώ και την υιοθέτηση εθνικού κρατικού νομίσματος, ως περίπου συνώνυμο
της καταστροφής. Επιχείρημα που έχει υιοθετήσει επίσημα και το ίδιο το ΚΚΕ.
Ο λαός οφείλει μόνο να διαλέξει επιβήτορα. Ή τους σημερινούς
δικτάτορες, ή τους αυριανούς από τον Περισσό. Μόνος του, με τις δικές του
δυνάμεις, δεν μπορεί. Σαν παραδοσιακό ιησουίτικο κόμμα το σημερινό ΚΚΕ έχει
ξεφορτωθεί προ πολλού την ρήση του Μαρξ που κάποτε αποτελούσε την προμετωπίδα
του πάλαι ποτέ επαναστατικού εργατικού κινήματος: «η χειραφέτηση των εργαζόμενων
τάξεων πρέπει να είναι έργο των ίδιων των εργαζομένων…» Έχει χαρίσει τον
πατριωτισμό του λαού στον φασισμό και την δημοκρατία στους δικτάτορες του
σημερινού καθεστώτος.
Κι όλα αυτά γιατί; Για να εξασφαλίσουν την κρατικά
επιδοτούμενη αργομισθία τους μια δράκα χαραμοφάηδες με συνείδηση κομματικού
γραφειοκράτη. Να γιατί επιδοτούνται από τον «ταξικό εχθρό» και το κράτος του.
Να γιατί η κυβέρνηση τους επιτρέπει να πουλήσουν τη δημόσια δωρεάν τηλεοπτική
και ραδιοφωνική συχνότητα που διέθεταν σε άγνωστα(;) επιχειρηματικά συμφέροντα
έναντι εξωφρενικού αντιτίμου για τα δεδομένα της αγοράς σήμερα. Να γιατί δεν
κουνιέται φύλλο όταν απολύουν μαζικά εργαζόμενους – μόνο και μόνο για να μην
χάσουν την αργομισθία τους οι κοπρίτες του κομματικού μηχανισμού – από τις
λεγόμενες «κομματικές επιχειρήσεις» χωρίς να αποζημιώνουν, ή να τηρούν τα
προβλεπόμενα από τον νόμο.
Εργατικό δικαίωμα σ’ αυτές τις «επιχειρήσεις» είναι κάτι
ανήκουστο. Μόνο και μόνο για να μπορεί ο κομμουνισμός του ΚΚΕ, όπως ακριβώς κι
ο πρόγονός του ο Γερμανικός ή «καθαρός» σοσιαλισμός να χρησιμεύει σαν ποθητό
σκιάχτρο και «το γλυκερό συµπλήρωµα στις πικρές βουρδουλιές και τις σφαίρες,»
µε τις οποίες οι σημερινές κυβερνήσεις οδηγούν τον ελληνικό λαό στον Καιάδα.
Άξιος ο μισθός τους.
Δημοσιεύτηκε στο Χωνί, 16/2/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου