του Ιουλιανού
Ήταν 20 τ’ Απρίλη του 1941 όταν ο αρχηγός της ελληνικής
στρατιάς Ηπείρου Μακεδονίας, στρατηγός Τσολάκογλου υπέγραφε μαζί με τον φασίστα
στρατηγό Ντίτριχ την παράδοση της Ελλάδας και διάλυσε τον ταχτικό στρατό.
Μια βδομάδα μετά, όταν ο χιτλερικός στρατός έμπαινε στην
Αθήνα, επίλεκτα στελέχη του φασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον
στρατηγό Καβράκο, πολιτικοί άνδρες των αστικών κομμάτων, μα και πνευματικοί
άρχοντες του τόπου έσπευσαν με τεμενάδες να υποδεχτούν τους ναζιστές.
Ο Ν. Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί
με τους κατακτητές: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις
φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει
να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας
μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» Να σημειωθεί ότι αυτό
το γράμμα στάλθηκε την 21 Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη
Λάρισα και κατέβαιναν προς την Αθήνα.
Ο δήμαρχος της Αθήνας, Πλυτάς, έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Χίτλερ,
εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη «όλων των Αθηναίων προς τον ενδόξων Φύρερ του
Γερμανικού λαού».
Η εφημερίδα “Εστία” στις 29-4-1941 έγραψε: «Ο πόλεμος
ετελείωσε διά την Ελλάδα. Θα νικήσει ο Αξων”. Την ίδια μέρα ο Τσολάκογλου
διοριζόταν Πρωθυπουργός και την επαύριο 30-4-1941 μόλις τρεις μέρες μετά την
είσοδο των φασιστών στην Αθήνα, η κυβέρνηση των δωσίλογων με εξέχοντα μέλη τον
κοσμήτορα της θεολογικής σχολής Λούβαρι,-(μεταπολεμικά χρημάτισε πρόεδρος της
Εταιρείας Γερμανο-Ελληνικής Φιλίας)- τους στρατηγούς Σπηλιωτόπουλο, Μπάκο,
Κατσιμήτρο, Μουτούση, Δεμέστιχα κ.α. Όλοι αυτοί ήταν στον εμφύλιο δεινοί
κομμουνιστοφάγοι .
Όμως ένα αναπάντεχο γεγονός-ίσως η πρώτη πράξη
αντίστασης-προκάλεσε μια αναταραχή στην ορκωμοσία. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών
Χρύσανθος αρνήθηκε να ορκίσει την κυβέρνηση των δωσίλογων. Μα η κρίση αυτή
ξεπεράστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Ο Χρύσανθος καθαιρέθηκε, η Ιερά Σύνοδος
κρύφτηκε, και ο πρόθυμος Δαμασκηνός αναδείχτηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο.
Όρκισε την «κυβέρνηση» και έγραψε σε μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό: «Ουδέν
έχομεν να ωφεληθώμεν εξ οιωνδήποτε αποπειρών και προκλήσεων εναντίον των Αρχών
κατοχής. Διά τούτο πάντες οφείλομεν, αφιερωμένοι εις την παραγωγικήν εργασίαν,
ν’ αναμείνουμε την ώρα της ειρήνης, εγκαρτερούντες και πιστεύοντες εις τον
δικαιοκρίτην Θεόν»
Αμέσως μετά την ορκωμοσία πρώτη-πρώτη η «σεβαστή» σύγκλητος του Πανεπιστημίου
της Αθήνας έστελνε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στο οποίο ανέφερε:
«Η Σύγκλητος του Εθνικού Πανεπιστημίου χαίρουσα επί τη συγκροτήσει της Εθνικής Κυβερνήσεως υποβάλλει τα θερμά αυτής συγχαρητήρια διά τήν είς τάς στιβαράς χείρας της Υμετέρας εξοχότητος ανάθεσιν την προεδρίας αυτής.» Και διαβεβαίωναν ότι εντασσόταν «παρά το πλευρόν είς το εξόχως Μέγα Πατριωτικόν αυτής έργον».
Το “Ελεύθερον Βήμα” 2-5-1941 έκανε λόγο για «κοινότητα
συμφερόντων Ελλάδας και δυνάμεων του Άξονα» και ότι « με τον τερματισμόν του
πολέμου ήρθησαν πλέον οι φραγμοί οι οποίοι εχώριζαν τον Ελληνικόν λαόν με τους
αντιπάλους του».
Στις 7-5-1941 ο Τσολάκογλου κάλεσε σε σύσκεψη όλους τους αρχηγούς των αστικών
κομμάτων. Στην σύσκεψη αυτή πήραν μέρος: ο Πάγκαλος, ο Γονατάς, ο Οθωναίος, ο
Μάξιμος, ο Τσαλδάρης, ο Παπανδρέου, ο Κανελλόπουλος, ο Μερκούρης, ο
Πεσματζόγλου, ο Ράλλης, ο Δηλιγιάννης, ο Βελέντζας κ.α.
Στην επίσημη ανακοίνωση που βρήκε μετά την σύσκεψη
διαβάζουμε:
«Ο κ. πρωθυπουργός ήκουσε μετά προσοχής τας γνώμας των ανδρών τούτων, αφού εξέθεσε την κατάστασιν και τας ακολουθητέας κατευθύνσεις της κυβερνήσεως Πάντες αναγνώρισαν ότι η Κυβέρνησις Ανάγκης είναι επιβεβλημένον να υποστηριχθή εκ μέρους πάντων των Ελλήνων άνευ επιφυλάξεων και ειλικρινώς»[...]
«…και διεκήρυξαν το χάσμα, το οποίον χωρίζει την Ελλάδα από την κυβέρνησιν των εν Κρήτη εγκατασταθέντων φυγάδων. Πολλοί εξ αυτών εξεδήλωσαν τον ζωηρόν αποτροπιασμόν των, διότι οι φυγάδες ούτοι δε συνεταύτισαν τας τύχας των με τον ελληνικόν Λαόν, τον οποίον, εκτός της συμφοράς του πολέμου, απεγύμνωσαν διά της αφαιρέσεως του Δημοσίου Χρήματος».
Δηλαδή, οι παραπάνω πολιτικοί, αφού στήριξαν δημόσια την
κυβέρνηση των Γερμανών στην Ελλάδα, έκαναν δήθεν και τον τιμητή στους
υπόλοιπους της αστικής τάξης, που έφυγαν απ’ τη χώρα κατακλέβοντας και το
δημόσιο ταμείο.
Η “Ακρόπολις” 15-5-1941 ονόμαζε “το
δεύτερον όχι”, τον πρώτο νόμο των δωσίλογων δηλαδή την τιμωρία με θάνατο όσων
έκαναν ή θα έκαναν αντίσταση στους Γερμανούς. Και η “Καθημερινή : “Καλώς
συνετάγη” ο νόμος που τιμωρεί με θάνατο τους Έλληνες υπηκόους όσοι μετέχουν σε
πολεμικές εχθροπραξίες κατά των Γερμανών. Και τα “Καθημερινά Νέα” στον τίτλο
τους ονόμαζαν “Αίσχος” την αντίσταση των πατριωτών της Κρήτης στις ορδές του
Χίτλερ».
Συμπερασματικά, το ουσιαστικό επιχείρημα, το άλλοθι του
δωσιλογισμού ήταν ότι πρόσφερε συνεργασία στους φασίστες κατακτητές στο όνομα
ακριβώς του πατριωτισμού!
Ήταν επόμενο ένα μέρος του αστικού πολιτικού και
επιστημονικού κόσμου, καθώς και διάφορα κατακάθια της κοινωνίας, αλλά και
τεταρτοαυγουστιανοί, να αναλάβουν την επάνδρωση των τομέων του αστικού κράτους
για να διαχειριστεί και να υπερασπιστεί άμεσα – και κυρίως μακροπρόθεσμα – την
εξουσία της τάξης του. Αυτή την ανάγκη την αναγνώριζε ολόκληρος ο αστικός
πολιτικός κόσμος.
Γι’ αυτό ακριβώς επικρότησε τη δημιουργία των κατοχικών
κυβερνήσεων ως εθνική ανάγκη. Γι’ αυτό ακριβώς και ο αστικός Τύπος τις στήριξε.
Ωστόσο, οι επιλογές της αστικής τάξης της Ελλάδας μετά την
εισβολή των Γερμανών δεν ήταν ενιαίες, πράγμα εντελώς φυσιολογικό και
νομοτελειακό, αφού τα ιδιαίτερα συμφέροντα τμημάτων της διαφέρουν. Μη
λησμονούμε ότι ο βασιλιάς είχε οργανικούς δεσμούς με τη Μ. Βρετανία. Και η Μ.
Βρετανία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Γερμανία.
Η Εξόριστη «κυβέρνηση» ή το «κουβάρι από σκουλήκια».
Σεφέρης: «ΠΟΛΙΤΙΚΟ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ»
Ο βασιλιάς Γεώργιος Β` κάλεσε τον Τσουδερό την 21 Απρίλη
1941 και τον διόρισε πρωθυπουργό. Γιατί διόρισε τον Τσουδερό, που ήταν
βενιζελικός, και όχι κάποιον άλλον; Για τον απλούστατο λόγο ότι ήταν έτοιμος να
φύγει για την Κρήτη και σε συνέχεια για το Κάιρο και χρειαζόταν να έχει η
κυβέρνησή του μια «δημοκρατική» βιτρίνα, μια βενιζελική πρόσοψη! Διότι όλη η
υπόλοιπη κυβέρνηση αποτελούνταν από τους στυλοβάτες του φασιστικού καθεστώτος
του Μεταξά που και αυτό ο ίδιος ο βασιλιάς είχε «διορίσει». Στη σύνθεσή της
περιλήφθηκαν τα πιο εκτεθειμένα στοιχεία του Μεταξά: Ο ναύαρχος Σακελλαρίου, ο
Μανιαδάκης – υφυπουργός Ασφάλειας επί Μεταξά – ο Κοτζιάς, ο Νικολούδης, ο
Δημητράτος!
Το μέγα πρόβλημα όμως γι αυτήν την κυβέρνηση του Λονδίνου ή
του Καΐρου ήταν ότι δεν είχε ούτε έδαφος, ούτε λαό, ούτε εξουσία. Είχε όμως την
υποστήριξη του Τσώρτσιλ και την ελέω θεού θεσμική «νομιμότητα» του βασιλιά,
προετοιμάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος, προσβλέποντας στις μεταπολεμικές
εξελίξεις.
Και αυτή η κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι οι δυνατότητες της
ήταν περιορισμένες με τρόπο οδυνηρό, και μάλιστα στην διάρκεια της βραχύβιας
παρουσίας της στην Κρήτη. Την ιδιαίτερη πατρίδα του Τσουδερού.
Στην Κρήτη υπήρχε μεγάλη εχθρότητα απέναντι στον Γεώργιο και
το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά που αυτός είχε δημιουργήσει. Εκεί είχε
ξεσπάσει η ένοπλη εξέγερση ενάντια στον Μεταξά που πνίγηκε στο αίμα. Και με
δεδομένο ότι η Μεραρχία Κρήτης που αποτελούνταν από 11.000 στρατιώτες είχε
εγκαταλειφθεί από τους αξιωματικούς της μετά την συνθηκολόγηση και λιμοκτονούσε
στην Αθήνα στοιβαγμένη από τους Ιταλούς στον Εθνικό κήπο και το Ζάππειο, αλλά ο
διοικητής της υποστράτηγος Γεώργιος Παπαστεργίου αλώνιζε με τον βασιλιά την
Κρήτη, έκανε το κλίμα εκρηκτικό, με αποτέλεσμα την καθολική αποδοκιμασία της
κυβέρνησης.
Ο Παπαστεργίου δολοφονήθηκε σε ενέδρα μέσα σε ατμόσφαιρα
γενικής επιδοκιμασίας. Όμως και με αυτόν τον τρόπο, ο Παπαστεργίου έγινε ο
μοναδικός ανώτερος αξιωματικός που έπεσε νεκρός στην διάρκεια του πολέμου.
Ο Τσουδερός που έφερε ως ασπίδα την βενιζελικότητα του καθώς
και την Κρητική καταγωγή του, γλύτωσε αυτήν την κυβέρνηση από τα χειρότερα
χωρίς όμως να πείσει, κάτι που έκανε τους Βρετανούς να είναι φειδωλοί όσον
αφορά στον εξοπλισμό που διέθεσαν σε στρατιωτικά σχήματα μα και στις
πολιτοφυλακές των κατοίκων.
Αυτή η κυβέρνηση χωρίς έδαφος και λαό κατέληξε στην Αίγυπτο.
Και ο βαλλόμενος από την πείνα λαός, διαπίστωσε παρά την ύπαρξη αυτών των δυο
κυβερνήσεων, Τσολάκογλου- Τσουδερού, το πολιτικό κενό και το συνεπακόλουθο κενό
εξουσίας. Μα το κενό καλύφθηκε. Από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.
Το ΚΚΕ
Από το 1936 η Ελλάδα ζούσε κάτω από ένα φασιστικό πολιτικό
καθεστώς που αναζητούσε την ομοίωση με τα καθεστώτα του ναζισμού και του
φασισμού που κυριαρχούσαν στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Την «υγειονομική
ζώνη» δηλαδή απέναντι στην ΕΣΣΔ σύμφωνα με τον Τσώρτσιλ. Και μοιραζόταν το
βασικό επιχείρημα των καθεστώτων αυτών του μεσοπολέμου: Την αντιμετώπιση του
κουμμουνιστικού κινδύνου.
Και μάλιστα όταν επιβλήθηκε από το παλάτι ο φασισμός τις
ίδιες ακριβώς μέρες ξεκινούσε στην Ισπανία ο εμφύλιος πόλεμος. Κάτι που βοήθησε
την κυβέρνηση Μεταξά να διακηρύσσει ότι η Ελλάδα δεν έγινε Ισπανία και ότι σε
αυτόν οφείλεται η σωτηρία της χώρας από παρόμοια δεινά. Η προπαγάνδα αυτή
συνοδευόταν από καθημερινά άρθρα στις εφημερίδες με πλούσιο φωτογραφικό
ρεπορτάζ από την τραγωδία της Ισπανίας.
Έτσι ξεκίνησαν σκληρές
διώξεις εναντίων των κομμουνιστών μα και όσων ο Μανιαδάκης θεωρούσε ότι
αλληθωρίζουν προς τα αριστερά με σκοπό τον εξοβελισμό όλων αυτών των δαιμονικών
και αντιχριστιανικών δυνάμεων από την πολιτική ζωή.
Ο Μανιαδάκης ήξερε ότι μόνο η φυσική εξόντωση των διωκόμενων δεν θα ήταν
αρκετή. Ήξερε δηλαδή, ότι οι δολοφονίες, οι εξορίες, το ρετσινόλαδο, ο πάγος,
το βγάλσιμο νυχιών, η φάλαγγα ήταν το ελάσσον. Το μείζων ήταν αλλού. Και με
μεγαλοφυΐα εμπνεύστηκε την «ηθική» εξόντωση για να εκμηδενίσει την πολιτική την
οργανωτική και την ιδεολογική παρουσία των κομμουνιστών που έπεφταν στα χέρια
του. Η «δήλωση» μετανοίας αποτέλεσε το πιο ισχυρό όπλο του «Τρίτου Ελληνικού
Πολιτισμού» μαζί με τον θεσμοποιημένο χαφιεδισμό που προκάλεσε βαρύ πλήγμα στο
ΚΚΕ.
Ο Μανιαδάκης στρατολόγησε χαφιέδες, φοιτητές, περιπτεράδες,
κλητήρες, θυρωρούς, δικηγόρους, εργάτες και τους φύτεψε σε κάθε σωματείο, κάθε
οργάνωση, σε κάθε υπηρεσία. Έθεσε στην υπηρεσία του δεκάδες δηλωσίες
«ανανήψαντες» ακόμα και από την Κ.Ε. του ΚΚΕ και άρχισε να εκδίδει εφημερίδες,
φυλλάδια, προκηρύξεις, ανακοινώσεις, σε βαθμό που κανείς δεν γνώριζε αν ο
Ριζοσπάστης που διαβάζει ήταν πραγματικός ή δημιούργημα του Μανιαδάκη.
Ο κολοφώνας του ήταν η δημιουργία δικής του Κεντρικής
Επιτροπής του ΚΚΕ μια και τα μέλη της πραγματικής ήταν όλοι στις φυλακές, η
οποία έγινε και πιστευτή μια ήταν στελεχωμένη από ηχηρά ονόματα των
κομμουνιστών. Ανάμεσα τους ο Μιχάλης Τυρίμος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ! Ο πρώην
βουλευτής και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ Γιάννης Μιχαηλίδης μα και ο
Μανώλης Μανωλέας κι αυτός πρώην βουλευτής. Ίσως αυτά τα γεγονότα να κατατρέχουν
ως φαντάσματα ακόμα το ΚΚΕ.
Ωστόσο το ΚΚΕ εκείνη την εποχή στην ουσία είχε διαλυθεί. Οι οργανώσεις βάσης
δεν υπήρχαν ή όπου υπήρχαν τραβούσαν ξεχωριστή και ανεξάρτητη γραμμή.
Όμως ακόμα και σε τέτοιες συνθήκες όσοι κομμουνιστές δεν
είχαν συλληφθεί από το καθεστώς, δημιούργησαν μια τρίτη Κεντρική Επιτροπή
αποτελούμενη από τους Κτιστάκη, Παπαγιάννη, Κανάκη, Ελληνούδη, Σαντή και την
Σταματίνα Βιτσαρά.
Και ο Μανιαδάκης έχασε το παιχνίδι όχι γιατί οι παραπάνω ήταν θεριά και
υπερφυσικοί ήρωες, μα γιατί τότε ο κομμουνισμός δεν ήταν κάτι αόριστο, ένα
«φάντασμα πάνω από την Ευρώπη» ή μια ουτοπία. Ήταν μια πραγματικότητα, ήταν μια
εφαρμόσιμη ιδέα, ήταν μια πολιτική παράμετρος, ήταν πέρα από το εθνικό. Ήταν παρών
στο γενικό, στο Παγκόσμιο. Ήταν ο αιώνας των κομμουνιστών. Και όλα τα καθεστώτα
παντού στην Ευρώπη ακόμα και τα κοινοβουλευτικά είχαν επιδοθεί σε έναν παρόμοιο
αγώνα με αυτό του Μεταξά εναντίων των κομμουνιστών. Και ο φασισμός ή ο ναζισμός
ήταν μέρος αυτής της αντικομουνιστικής εκστρατείας.
Ο κομμουνισμός ως πρόταση ή ως απειλή βρισκόταν πλέον στην
κεντρική σκηνή της Ευρώπης.
Έτσι το ότι το καθεστώς της Αθήνας παρέδωσε τους 1.600
πολιτικούς κρατουμένους στους ναζιστές από τους οποίους οι 1.300 αποτελούσαν
τον σκληρό πυρήνα του ΚΚΕ, λίγη σημασία είχε.
Από κατώτατα στελέχη του ΚΚΕ ήδη από το Μάη – Ιούνη του ’41,
είχαν δημιουργηθεί πλατιές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις: Στη Μακεδονία η
οργάνωση «Ελευθερία», στην Ήπειρο το «Πατριωτικό Μέτωπο», στην Καλαμάτα η «Νέα
Φιλική Εταιρεία», στον Πύργο το «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο». Η πρώτη, όμως,
πανελλαδική εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση ήταν η ΕΘΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, που
ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 28 του Μάη του 1941 ενώ τη νύχτα της 30ης προς 31η
Μαΐου 1941, ο Μανόλης Γλέζος και ο Λάκης Σάντας κατέβασαν την χιτλερική σημαία
από την Ακρόπολη. Επίσης δημιουργήθηκε το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο
(ΕΕΑΜ – 16 Αυγούστου 1941).
Το ΕΑΜ
Στις 27 Σεπτέμβρη του 1941, σε ένα σπιτάκι στις ρίζες του
Λυκαβηττού, πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του Εθνικού Απελευθερωτικού
Μετώπου με τη συμμετοχή του ΚΚΕ, του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ), του
κόμματος της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας
(ΑΚΕ).
Την ιδρυτική διακήρυξη υπέγραψαν από το ΚΚΕ ο Λευτέρης
Αποστόλου, ο Χρίστος Χωμενίδης από το ΣΚΕ ο Τσιριμώκος από τη ΕΛΔ και ο
Βογιατζής από ΑΚΕ.
Η δράση του ΕΑΜ περιελάμβανε όλες τις μορφές πάλης:
Απεργίες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, διαβήματα, μα και ένοπλη οργάνωση. Την
ένοπλη οργάνωση, τον ΕΛΑΣ, που ψυχή και δημιουργός του ήταν ο Άρης Βελουχιώτης.
Από αυτό το σημείο και μετά, το κεντρικό προσκήνιο της
κοινωνικής ζωής της αντίστασης μα και της άσκησης εξουσίας, περνά στα χέρια του
ΕΑΜ. Και η ιστορία της χώρας πορεύτηκε για πολλά χρόνια σε αντιστοιχία και
άρρηκτα δεμένη με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Η Ελλάδα έζησε τα επόμενα χρόνια την δική της
επαναστατική εκδοχή.
Μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Αφιερωμένο στους δικούς μου ήρωες.
- Βιβλιογραφία: Γιώργος Μαργαρίτης, Κομνηνός Πυρομάγλου, Νίκος Ψυρούκης, Χρήστος Θεοχαράτος.
- //ΠαραλληλοΓράφος//
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου