Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΧΗΤΑ
Η μετεκλογική πολιτική κατάσταση, της ασθμαίνουσας
μνημονιακής νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης ΝΔ, ΠΑΣΟΚ ΔΗΜΑΡ, αναδεικνύει την
βαθύτερη αδυναμία του ελληνικού αστικού συνασπισμού εξουσίας να διαμορφώσει ένα
πεδίο υπέρβασης, για την ελληνική κοινωνία, των δραματικών αντιφάσεων που
αναδεικνύει η διεθνής καπιταλιστική οικονομική κρίση. Αντίθετα η επιλογή του
ελληνικού κεφαλαίου για παράταση της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη,
παροξύνει τα αποτελέσματα αυτής της κρίσης, η οποία συνεχίζει να βαθαίνει και
ταυτόχρονα να εξαπλώνεται. Η οικονομική κρίση, γίνεται πλέον κρίση
δημοσιονομική, τραπεζική, πολιτική, διπλωματική, πολιτισμική, ανθρωπιστική, δημογραφική,
δημοκρατική, εθνική.
Η απαίτηση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου του ΔΝΤ
και της ΕΕ για το νέο πακέτο περικοπών των 11,5δις θα συνθλίψει ολοκληρωτικά
τον εναπομένοντα κοινωνικό ιστό. Όλο αυτό το αποκρουστικό μνημονιακό πρόγραμμα,
η επιμονή στην επιτάχυνση της λεηλασίας όλου του εθνικού δημόσιου πλούτου, η
διάλυση όλου του δημόσιου συστήματος υπηρεσιών, ο γενικευμένος εργασιακός
παροπλισμός της ελληνικής νεολαίας, σηματοδοτούν την ακόμη μεγαλύτερη
επιτάχυνση της ολοκληρωτικής κοινωνικής καταστροφής που επιβάλει η πολιτική των
τραπεζών και του ευρώ.
Σε αυτό το πολιτικό τοπίο της κυριαρχίας μιας πολιτικά
στείρας αστικής τάξης, μονάχα η αριστερά μπορεί να δώσει απάντηση στις λαϊκές
μάζες και να αναχαιτίσει αυτήν την πορεία του κοινωνικού, δημοκρατικού και
εθνικού αποπληθωρισμού. Μονάχα ένα πλατύ ενιαίο αριστερό και λαϊκό
μέτωπο (κοινωνικό και πολιτικό) μπορεί να αναμετρηθεί με τον στόχο της
κυβερνητικής εξουσίας και να προβάλει το αίτημα της άμεσης πτώσης
της τροικάνης κυβέρνησης. Να διεκδικήσει τον στόχο μιας μεγάλης
οριστικής πολιτικής εκλογικής ήττας των μνημονιακών κυβερνήσεων της δεξιάς, από
μια λαϊκή κυβέρνηση με πυρήνα τις δυνάμεις της αριστεράς.
Οι δυνάμεις του «κέντρου» τύπου ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ βρίσκονται
πλέον στην κατάσταση μιας βαθιάς νεοφιλελεύθερης κοινωνικοπολιτικής μετάλλαξης και
αποτελούν την αιχμή του δόρατος των αστικών επιδιώξεων, για την παραμονή και
επέκταση της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής πολιτικής.Αντίστοιχα και όλες οι
δυνάμεις της δεξιάς που βρίσκονται εκτός κυβερνητικής διαδικασίας (πχ.
Ανεξάρτητοι Έλληνες) δεν μπορούν να εκφράσουν και να οργανώσουν την
πολιτική άμυνα των λαϊκών μαζών, εφόσον στον πυρήνα της πολιτικής τους
κατεύθυνσης παραμένουν αφοσιωμένες στην νεοφιλελεύθερη στρατηγική της μειωμένης
φορολογίας του κεφαλαίου. Άλλωστε το ίδιο το κοινωνικό σώμα της
παραδοσιακής δεξιάς, που προσπαθούν να εκφράσουν, παραμένει προσδεμένο στην
πολιτική του σκληρού χρήματος, δηλαδή της προτεραιότητας της προστασίας της
περιουσίας, έναντι της εργασίας.
Συνεπώς μονάχα η αριστερά μπορεί να ανοίξει δρόμους για
προοδευτική διέξοδο από την κρίση με επίκεντρο τα συμφέροντα και τα δικαιώματα
των λαϊκών τάξεων και της νεολαίας. Μονάχα η αριστερά μπορεί να φέρει
σε πέρας την πιο πλατιά και ανυποχώρητη σύγκρουση που απαιτεί η εποχή
μας, με τις δυνάμεις του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, της ΕΕ, του ΔΝΤ, με
ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύμπλεγμα των τραπεζών και του ευρώ και να ανοίξει
δρόμο στην ελπίδα, να φέρει στο προσκήνιο τις ανάγκες των εργαζομένων, των
μεταναστών, των γυναικών, της νεολαίας, να ανασχέσει την λεηλασία του λαϊκού
εισοδήματος και δικαιωμάτων από την αδηφαγία των τραπεζικών δημοσίων και
ιδιωτικών τοκοχρεολυσίων.
Η συστηματική και προσχεδιασμένη ενίσχυση της Χρυσής Αυγής
από το πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο, αποδεικνύει την κατανόηση αυτής της
αντικειμενικής ιστορικής δυνατότητας της αριστεράς και από την πλευρά του
αστικού συνασπισμού εξουσίας. Η συγκεκαλυμμένη κοινωνική ακροδεξιά του ΔΝΤ και
της ΕΕ και της ντόπιας ολιγαρχίας των τραπεζιτών, σταδιακά αποκαλύπτει το
αποκρουστικό ναζιστικό της πρόσωπο ακριβώς όταν οι ιδεολογικοί τους μηχανισμοί
(αστικά κόμματα, ΜΜΕ κλπ,) αδυνατούν να χειραγωγήσουν αποτελεσματικά τις λαϊκές
μάζες. Βρισκόμαστε ακριβώς σε ένα κοινωνικό και πολιτικό μεταίχμιο,
όπου ο ναζιστικός λόγος κατ’ αρχάς νομιμοποιείται και στην συνέχεια
ενσωματώνεται στον πυρήνα της κυρίαρχης αστικής πολιτικής για να προετοιμάσει
τις δυνάμεις της αντίδρασης σε μια συνολική πολιτική αναμέτρηση με την
αριστερά.
Άλλωστε σε αυτό το φόντο, το βάθος της καπιταλιστικής
οικονομικής κρίσης και η πολιτική χρεοκοπία των αστικών τάξεων της ευρωζώνης
αποκτά μια ιδιαίτερη βαρύτητα και κεντρικότητα, όπως άλλωστε βαρύτητα αποκτά
και η περίπτωση της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, εφόσον η στρατηγική της
αυταρχικής και καταστροφικής διαχείρισης της από την πλευρά των ιμπεριαλιστικών
δυνάμεων συμβολικά σηματοδοτεί ένα κρίσιμο πολιτικοκοινωνικό πείραμα για τις
δυνάμεις του κεφαλαίου. Η επιδεικτική διπλωματική απομόνωση της Ελλάδας
αποτελεί τον μηχανισμό αύξησης της πίεσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού
κεφαλαίου στην χώρα μας. Μονάχα η αριστερά είναι δυνατό να μπορέσει να
απαντήσει σε αυτήν την επίθεση, να ξαναφέρει την Ελλάδα στο κέντρο του διεθνούς
ενδιαφέροντος, να συνδέσει την ελληνική υπόθεση με τις λαϊκές μάζες παντού στον
κόσμο, να αντιστρέψει την φορά της απομόνωσης προς την κατεύθυνση της διεθνούς
απομόνωσης τη πολιτικής της ΕΕ και του ΔΝΤ.
Οι διπλές εκλογές της 6η Μάιου και της 17
Ιουνίου, πανηγυρικά επιβεβαίωσαν αλλά και διέψευσαν αυτή την δυνατότητα για την
αριστερά στην χώρα μας. Η τεράστια εκλογική ενίσχυση εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ σε
τεράστια, ανέλπιστα μεγέθη για την σύγχρονη πολιτική ιστορία της αριστεράς,
αλλά και η τελική αδυναμία της αριστερής νίκης και εκλογικής επικράτησης αναδεικνύουν
τόσο τις τεράστιες δυνατότητες που ενέχει η συγκυρία για τις δυνάμεις της
αριστεράς, όσο όμως και τα όρια και τα αναγκαία βήματα που πρέπει να γίνουν για
την οριστική υπέρβαση του σημερινού πολιτικού τοπίου.
Δεν υπάρχει καμία πλέον αμφιβολία πως το αίτημα για
«αριστερή κυβέρνηση» ταυτόχρονα με την προγραμματική στόχευση για άμεση
κατάργηση των μνημονιακών συμβάσεων και των εφαρμοστικών νόμων εμπεριέχει μια
εκρηκτική ριζοσπαστική δυναμική, που έδωσε την δυνατότητα στην αριστερά να
έρθει σε επαφή με τα πλατύτερα λαϊκά στρώματα, με τις δυνάμεις τις εργατικής
τάξης στα αστικά κέντρα και τις εργατο-γειτονιές, την χειμαζόμενη νεολαία, τις
εργαζόμενες γυναίκες. Το στοιχείο αυτό της δέσμευσης της αριστερής πολιτικής
στο καθήκον μιας άμεσης πολιτικής απάντησης και διεξόδου, αποτελεί και την πιο
εύγλωττη, την πιο ρητή δέσμευση για πολιτική σύγκρουση και αντιπαράθεση με τις
κυρίαρχες δυνάμεις του κεφαλαίου. Η κατεύθυνση αυτή βρίσκεται σε αντιδιαστολή
με την προοπτική μιας υπερμελλοντικής λαϊκής εξουσίας, ή ακόμη και ενός
υπερμελλοντικού επαναστατικού σοσιαλισμού που μπορεί ως προοπτική να είναι
ανεκτός μονάχα από ευρύτερα μικροαστικά στρώματα που βιώνουν επιδερμικά και
έμμεσα τις συνθήκες της τεράστιας κοινωνικής κρίσης και επιθυμούν να αποφύγουν
τις συνέπειες της άμεσης πολιτικής σύγκρουσης με τον αντίπαλο.
Από την άλλη μεριά όμως, αυτό που διαχωρίζει
ένα απλό προεκλογικό σύνθημα από μια πραγματική αριστερή στρατηγική είναι το
προγραμματικό βάθος η σαφήνεια προσδιορισμού των αντιθέσεων, η ικανότητα
οργάνωσης μιας πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας για την διεκδίκηση της αριστερής
ηγεμονίας για την διατήρηση της κυβερνητικής εξουσίας και την «επομένη ημέρα».Υπό
την έννοια αυτή δεν πρέπει να παραγνωρίζεται πως ορισμένες δομικές αδυναμίες
δεν επέτρεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ να υπερβεί ένα ιστορικά διαμορφωμένο όριο για τις
δυνάμεις της αριστεράς.
Α) Η αδυναμία κατάθεσης ενός επεξεργασμένου και
εφαρμόσιμου πολιτικού σχεδίου για την διαχείριση της επόμενης μέρας της
αντιπαράθεσης με τις δυνάμεις της ΕΕ και του ΔΝΤ στον βαθμό πού η κατάργηση του
μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων θα οδηγούσε (κατά πάσα πιθανότητα) στην
παύση κάθε χρηματοδοτικής ρευστότητας από την ΕΚΤ, γεγονός που θα ανάγκαζε σε
ένα εύλογο χρονικό διάστημα στην ανάκτηση της νομισματικής αυτοτέλειας της
χώρας προκειμένου να συνεχιστεί η αυτοτελής οικονομική πολιτική της αριστερής
κυβέρνησης.
Β) Η περιορισμένη πολιτικοοργανωτική πυκνότητα του
ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου στην οργάνωση και ανάπτυξη μιας πλατιάς και
πολιτικά ριζοσπαστικής λαϊκής βάσης που να ελέγχει και να στηρίζει την αριστερή
κυβέρνηση. Ο στόχος κατάκτησης και διατήρησης της κυβερνητικής εξουσίας δεν
μπορεί παρά να συνδυάζεται και από μια αντίστοιχη κατεύθυνση ανάπτυξης λαϊκών
πρωτοβουλιών και ενωτικών δράσεων και αντίστοιχης οργανωτικής ανάπτυξης (άρα
και δημοκρατικής συγκρότησης), προκειμένου να ενισχύεται η στήριξη και η
στράτευση των ίδιων των λαϊκών μαζών στην υπεράσπιση του πολιτικού προσράμματος
που διεκδικείται.
Γ) Η περιορισμένη ιδεολογικοπολιτική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ
μέσα στις υπόλοιπες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς ΚΚΕ,
ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΜΑΑ και η έλλειψη οργανωμένης μετωπικής πολιτικής πρότασης,
προκειμένου στην ηγεμονική έκφραση και κινητοποίηση του συνόλου του αριστερού
κόσμου, την ικανότητα άσκησης πολιτικής «πειθούς-πίεσης» στην κατεύθυνση μιας
πλατιάς ενωτικής κίνησης όλων των δυνάμεων της αριστεράς σε κατεύθυνση ρήξης με
το διευθυντήριο της τρόικας. (στοιχείο που σχετίζεται και με τα προηγούμενα).
Παρά ταύτα, η τεράστια διεύρυνση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ σε
ευρύτερες λαϊκές μάζες, και η άμεση αλληλεπίδραση ενός μαζικού πλειοψηφικού
αριστερού λόγου με την πλατιά ταξική διεδικητικότητα και αγωνία, αντικειμενικά
τον μετασχηματίζουν σε ένα μεγάλο πολιτικό κέντρο καθοριστικό για τις εξελίξεις
στην αριστερά και όλο το πολιτικό σύστημα στην χώρα μας. Παρά τις
εμφανείς αδυναμίες και καθυστερήσεις, η γείωση του ΣΥΡΙΖΑ με τις λαϊκές μάζες
και η επιμονή του στην επιδίωξη μιας αριστερής κυβέρνησης και η συνεχής
δέσμευση του στην θέση της άμεσης απάντησης στην αστική επίθεση, αντικειμενικά
καθιστούν αυτόν τον πολιτικό χώρο, ως την βασική-κυρίαρχη έκφραση της αριστεράς
στην χώρα μας, τουλάχιστον στην προοπτική του επόμενου άμεσου και εξαιρετικά
κρίσιμου πολιτικού διαστήματος. Αυτή όμως καθαυτή η μαζικοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ
εγκαθιστά με μια ορισμένη οξύτητα την ίδια την διεξαγωγή της ταξικής και
ιδεολογικής πάλης στο εσωτερικό του. Στοιχείο αναπόφευκτο αλλά και επιθυμητό
για εκείνες τις δυνάμεις που επιλέγουν να αναμετρηθούν με το κεντρικό πολιτικό
ζήτημα μιας κοινωνίας, δηλαδή το ζήτημα της κυβερνητικής και πολιτικής
εξουσίας.
Συνεπώς, οι ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις αλλά και οι
εξελίξεις μέσα στην αριστερά αντικειμενικά περνούν μέσα από τις ανοιχτές
αντιθέσεις που υπάρχουν σήμερα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Στην συγκύρια αυτή
δεν μπορεί παρά να αναγνωρίζουμε πως όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά. Αποτελεί
εξίσου ανοιχτή πιθανότητα, τόσο η πολιτική εξουδετέρωση και αστική ενσωμάτωση
του πολιτικού ριζοσπαστισμού που σήμερα οι λαϊκές μάζες αναγνωρίζουν τον
ΣΥΡΙΖΑ, όσο όμως και το αντίστροφο, να αποτελέσει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ενεργές
αντιθέσεις που τον διαπερνούν, τον πολιτικό καταλύτη και πυροκροτητή μιας
βαθιάς αριστερής ριζοσπαστικοποίησης της ελληνικής κοινωνίας και της εργατικής
τάξης. Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν ανοιχτό διακύβευμα
για την ελληνική αριστερά και καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την ίδια την
ικανότητα του λαού μας να ορθοποδήσει αλλά και να συμβάλει καθοριστικά στην
διεθνιστική πάλη και αναζήτηση των λαών όλου του κόσμου, για έναν σύγχρονο
δημοκρατικό σοσιαλισμό. Είναι σαφές πως η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να
προβάλλει την θέση για έξοδο από το Ευρώ, αφήνει ανοιχτή την πόρτα της
φιλελεύθερης και μικροαστικής ενσωμάτωσης του, επίσης όμως είναι σαφές πως η
θέση σου ΣΥΡΙΖΑ στην κατεύθυνση της ακύρωσης των μνημονίων και των εφαρμοστικών
νόμων ανοίγει την πόρτα και για την πλήρη σύγκρουση με την ευρωζώνη έως και το
όριο της αποδέσμευσης της χώρας μας από αυτή.
Για όλους όσους το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας μας
ενδιαφέρει, θεωρούμε πως δεν υπάρχει κανένας λόγος να προβάλουμε το ένα
ενδεχόμενο πάνω στο άλλο και να προεπικυρώσουμε το ένα ή το άλλο αποτέλεσμα,
ειδικότερα όταν σε αυτές τις αντιθέσεις παρεμβάλλονται πλέον τεράστιες λαϊκές
μάζες και πολύ περισσότερο όταν ο ταξικός αντίπαλος επιτίθεται λυσσαλέα στον
ΣΥΡΙΖΑ, αναγνωρίζοντας αυτός πρώτος τον ανοιχτό χαρακτήρα αυτής της
διαλεκτικής. Αντίθετα είναι αναγκαίο όλες οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής
αριστεράς να συμβάλουμε σε αυτές τις εξελίξεις και να ενισχύσουμε έναν ορισμένο
ριζοσπαστικό συσχετισμό που διαμορφώνεται εντός του ΣΥΡΙΖΑ και να μην
αρκεστούμε σε μια αρνητική και εχθρική προεπικύρωση των όποιων αρνητικών
εξελίξεων.
Στην κατεύθυνση αυτή η πρόταση για την συγκρότηση ενός
ενιαίου λαϊκού μετώπου με πυρήνα τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς,
μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στην ενίσχυση του πολιτικού ριζοσπαστισμού
όλης της αριστεράς. Μια τέτοια πρόταση δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην κοινά
κατεκτημένη βάση στοιχείων του πολιτικού προγράμματος, που έχει αναδειχτεί
άμεσα στο σύνολο των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς αλλά κυρίως μέσα από
όλους τους μεγάλους ταξικούς και λαϊκούς αγώνες. (Άμεση κατάργηση
όλων των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων, Άμεση στάση πληρωμών στο δημόσιο
χρέος, Μονομερής Διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του,
Εθνικοποίηση-κοινωνικοποίηση των τραπεζών, Ρύθμιση των ιδιωτικών χρεών για τις
μικρές επιχειρήσεις, τη μικρομεσαία αγροτιά και τις πιο αδύνατες κοινωνικές κατηγορίες,
Συγκρότηση ενός προοδευτικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας,
Στήριξη και αναβάθμιση μισθών, συντάξεων, κοινωνικών δαπανών και εργασιακών
σχέσεων, Προώθηση της δωρεάν υγείας και παιδείας. Στην βάση αυτή
είναι αναγκαίο να προωθηθεί αποφασιστικά η κατεύθυνση της ενωτικής υπέρβασης
του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ από ένα πλατύ Ενιαίο Λαϊκό μέτωπο με πυρήνα το σύνολο των
αριστερών δυνάμεων της ελληνικής κοινωνίας.
Προφανώς το θέμα της ΕΕ και της ευρωζώνης παραμένει πεδίο
αντιθέσεων μεταξύ των δυνάμεων της αριστεράς, το οποίο αντικειμενικά
διαπλέκεται με το σύνολο των ιδεολογικών και ιστορικών τους χαρακτηριστικών,
αλλά ακόμη και των ιδιαίτερων ταξικών χαρακτηριστικών των τμημάτων της λαϊκής
βάσης που εκφράζουν. Άλλωστε αυτό το πεδίο αντιθέσεων οξύνεται περαιτέρω από
την ίδιο τον χαρακτήρα και την φύση των σύγχρονων ενδοιμπεριαλιστικών
αντιθέσεων. Ο στόχος όμως των αριστερών δυνάμεων δεν πρέπει να είναι να
διαρρήξουν την ενότητα της αριστερής λαϊκής βάσης και συμμαχίας αλλά να την
ανασυνθέσουν ριζοσπαστικά, αναζητώντας ακριβώς εκείνο τον πολιτικό βηματισμό
που επιτρέπει στις λαϊκές μάζες να αναπτύσσουν την πολιτικοποίηση τους μέσα από
την εξέλιξη της ίδιας τους της πείρας. Ειδικότερα μάλιστα σε αυτήν την
συγκυρία η βαθιά παραφθορά και κρίση της ευρωζώνης αντικειμενικά ενισχύει την
αριστερή δυναμική και επιτρέπει την περεταίρω ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών
μαζών.
Συνεπώς η αριστερά οφείλει να αντιπαραβάλει στο «Πάση θυσία
για το Ευρώ» που απαιτεί ο ταξικός αντίπαλος, την προοπτική «Καμία
Θυσία για το ευρώ» ως την αφετηρία από την οποία είναι δυνατό να
οργανωθεί μια ενωτική αριστερή πολιτική στρατηγική σε γείωση με την λαϊκή
συνείδηση και αγωνία. Σε κάθε περίπτωση όμως η προγραμματική ενωτική
κατεύθυνση στην αριστερά πρέπει να μπορεί να βασίζεται στην πολιτική παραδοχή
και συμφωνία ότι η εφαρμογή του πολιτικού της προγράμματος δεν μπορεί σε καμιά
περίπτωση να εξαρτάται από τους εκβιασμούς των χρηματοδοτικών δόσεων, ούτε από
το όριο του ευρώ, αλλά ούτε και τους νεοφιλελεύθερους κανόνες της ΕΕ.
Αυτό το πολιτικό και προγραμματικό περιεχόμενο και η ενωτική
μεθοδολογία πρέπει να αναδειχτεί σε κεντρική κατεύθυνση της ριζοσπαστικής
αριστεράς στο αμέσως επόμενο διάστημα, ακριβώς γιατί η κατεύθυνση αυτή
αναδείχτηκε καθολικά από τις λαϊκές μάζες, την μεγάλη πλειοψηφία των
αγωνιστριών και αγωνιστών της αριστεράς. Στην κατεύθυνση αυτή έχουν κάθε λόγο
να βρίσκονται και οι δυνάμεις της επαναστατικής και κομμουνιστικής αριστεράς
ακριβώς γιατί η προοπτική ενίσχυσης ενός δυνάμει αριστερού και λαϊκού μετώπου,
η ακόμη μεγαλύτερη όξυνση των αντιφάσεων του αστικού συνασπισμού, η ανάπτυξη
της πολιτικής αυτοπεποίθησης των λαϊκών μαζών, η πολιτική υποχώρηση και ήττα
της κοινωνικής και πολιτικής ακροδεξιάς, επιτρέπει την αναζήτηση ακόμη πιο
προωθημένων στόχων από την πλευρά των λαϊκών τάξεων. Το αίτημα για
άμεση πτώση της κυβέρνησης και της κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας από την
αριστερά είναι δυνατό να πυροδοτήσει ευρύτερες πολιτικές δυναμικές έως το όριο
να ανοίξει μια πολιτική διαδικασία στην ελληνική κοινωνία που να έχει ορίζοντα
ένα σύγχρονο σοσιαλισμό με ισότητα και δημοκρατία. Είναι αυτή η διαδικασία που
δύναται να ξανακάνει επίκαιρη την αναζήτηση της κομμουνιστικής προοπτικής.
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου