Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Η Ταξική Φύση του Ναζιστικού Κόμματος



Του Θ. ΠΑΠΑΡΗΓΑ*

Το «Εθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα» (Nazional-Sozialistische Deutsche Arbeiter Partei – NSDAP) ήταν πάντα και έμεινε ως το τέλος το κόμμα που εξυπηρέτησε κατά τον πιο τέλειο, ως τώρα, τρόπο τα συμφέροντα της μεγάλης αστικής τάξης, των κορυφών του μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Τέτοιο ήταν και πριν το 1933, και μετά, τέτοιο έμεινε και ως τις 9 Μάη 1945.

Αυτό φαίνεται καθαρά από το δείκτη εκείνο που ενδιέφερε πιο πολύ το μονοπωλιακό κεφάλαιο: την πορεία των κερδών. Και δεν μπορεί κανείς να μην παραδεχτεί ότι η κυβέρνηση του ΝSDAP εξασφάλισε συνθήκες εξαιρετικής σε έκταση και βάθος συσσώρευσης κερδών. Η πορεία των τελευταίων υπήρξε πράγματι θεαματική, όπως δείχνει ο παρακάτω πίνακας:

Επίσημα κέρδη επιχειρήσεων (εκατομμύρια μάρκα)
1933 - 1936 - 1938
06,6  - 12,2  -  15,0

Η ναζιστική 12ετία υπήρξε περίοδος ταχύτατης ανόδου των κερδών και των περιουσιών των μεγιστάνων, όπως μαρτυρούν όλα, χωρίς εξαίρεση, τα στοιχεία. Οι κρατικομονοπωλιακές μέθοδοι που τελειοποίησε ή εγκαινίασε το «1000χρονο Ράιχ» δεν ήταν τίποτε άλλο από μια παραχώρηση — συχνά, με φανερά σκανδαλώδη τρόπο— όλης της γερμανικής οικονομίας σε μια χούφτα μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτές οι επιχειρήσεις «τσέπωσαν» τα κολοσσιαία κέρδη της στρατιωτικοποίησης και της δουλικής εκμετάλλευσης των ξένων, ιδιαίτερα «Ανατολικών» εργατών, αλλά και της λεηλασίας όλης της Ευρώπης. Αυτή η μυθικών διαστάσεων συσσώρευση — που εμφάνισε και χαρακτηριστικά παρόμοια με αυτά της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου — εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και την εντυπωσιακή ανάκαμψη της ΟΔ Γερμανίας μετά το 1945.

Η συντριβή κάθε οργάνωσης των εργαζομένων έκανε τη δράση του NSDAP «θαυματουργή» και στον πολιτικό τομέα. Στη διάρκεια της εξουσίας του, οι εργαζόμενοι δεν διαμαρτυρήθηκαν καθόλου ή σχεδόν καθόλου. Η ένταση της εκμετάλλευσης, μόνος τρόπος δημιουργίας και ενίσχυσης του τεράστιου πολεμικοβιομηχανικού συγκροτήματος μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης χωρίς αποικίες, «πέρασε» ανεμπόδιστα. Αρκετά πριν από τον πόλεμο, η ελεύθερη εκλογή θέσης εργασίας είχε καταργηθεί. Σε ορισμένες κρατικές επιχειρήσεις όπως η «Οργάνωση Todt» ((Organisation Todt –OT), είχαν επιβληθεί όχι μόνο στρατιωτικοί κανονισμοί, αλλά και στρατιωτικές στολές. Τα πολιτικά κέρδη του κεφαλαίου ήταν και μακροπρόθεσμα. Καταρχήν, ο πόλεμος δεν φαίνεται να προκάλεσε σχεδόν καμιά κίνηση διαμαρτυρίας ή και απλής δυσαρέσκειας. Ένα δείγμα μας δίνει έκθεση του «Γερμανικού Μετώπου Εργασίας» (Deutsche Arbeitsfront – DAF), οργάνωσης που ήταν αρμόδια για την οργάνωση του εργατικού δυναμικού και την κίνησή του, του τέλους του 1942: «Το 1917, χάθηκαν σε πολιτικές απεργίες περίπου 2.000.000 εργατοημέρες. Το 1918, ήταν 5.000.000 εργατοημέρες. Στο πολεμικό έτος 1942, κερδήθηκαν αμέτρητα εκατομμύρια προσθέτων εργατοημερών, χωρίς να υπολογίσουμε την εργασιακή απόδοση εκατομμυρίων επιστρατευμένων ξένων εργατών» (η έμφαση δική μας).
Και όλα αυτά, χωρίς να υπολογίσουμε ένα άλλο πολιτικό κέρδος πολύ μεγάλης, όπως αποδείχτηκε, σημασίας: την σχεδόν ολοκληρωτική εξόντωση όλων των επαναστατικών στοιχείων και την απώλεια σχεδόν κάθε επιρροής τους.

Ποτέ πριν από την εγκαθίδρυση του Γ' Ράιχ οι μεγάλοι καπιταλιστές της Γερμανίας ή οι άμεσοι άνθρωποι τους δεν συμμετείχαν τόσο άμεσα στη διεύθυνση της οικονομίας, και αυτό παρά το γεγονός ότι στη Γερμανία οι σχέσεις κράτους- μεγάλου κεφαλαίου ήταν πάντα πολύ στενές. Κάτι περισσότερο: ο Χίτλερ δεν το είχε σε τίποτε να αλλάξει τους στρατηγούς του με τη μεγαλύτερη ευκολία για παραπτώματα πολλές φορές φανταστικά ή συνήθως χωρίς να φταίνε. Αντίθετα, στις κορυφές των οικονομικών-διαχειριστικών υπηρεσιών της χιτλερικής Γερμανίας βλέπει κανείς πάντα αναδιανομή των ίδιων προσώπων: γενικών μετόχων, γενικών διευθυντών ή έμπιστων στελεχών των γιγάντων του χρηματιστηρίου. Και κάτι ακόμη πιο ενδιαφέρον: Οι στρατηγοί του Χίτλερ ήταν —ή έγιναν διάσημοι. Ποιος, όμως ξέρει τον Albert Pieg της Siemens ή τον Wilhelm Zangen της MANNESMAN; Αυτοί δεν άφησαν απομνημονεύματα. Η διακριτικότητα ήταν, άλλωστε, αυτό που τους ενδιέφερε περισσότερο.

Εδώ πρέπει να προστεθεί ότι η πολιτική εξουσία του NSDAP βοήθησε πολύ όχι μόνο τους καπιταλιστές ενάντια στους εργαζόμενους, αλλά και τους πολύ μεγάλους καπιταλιστές ενάντια σε όλους τους υπολοίπους. Η συγκεντροποίηση, που το κράτος ενθαρρύνει ή και επιβάλλει, παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις: Το μέσο κεφάλαιο των μετοχικών εταιριών περνά από 2.300.000 (1932) σε 5.500.000 μάρκα (1943). Ο νόμος της 7ης Μάρτη 1939 φτάνει ως την κατάργηση των επιχειρήσεων που δεν έφταναν ένα ορισμένο minimum τζίρου, υποχρεώνοντας τους πρώην ιδιοκτήτες τους να γίνουν εργαζόμενοι στη μεγάλη βιομηχανία. Στην περίοδο 1933-1939, ο αριθμός των επιχειρηματιών και των οικογενειών τους πέφτει από 11.247.000 σε 9.612.00 (-14,54%) και το ποσοστό τους στον πληθυσμό από 19,8% σε 16,2%....

Όμως το NSDAP είναι ακριβώς αυτό που λέει η ονομασία του, δηλ. ένα πολιτικό κόμμα, και όχι ένας απλός εκτελεστικός μηχανισμός του μεγάλου κεφαλαίου, όπως θα ήταν πχ, μία νομική ή λογιστική εταιρία. Έρχεται σε επαφή και σύνδεση με μάζες, από τη φύση τους διαφορετικές από τα συμφέροντα που το NSDAP εκφράζει, και, έτσι, διαφοροποιείται και αυτό. Το ίδιο το όνομα του κόμματος είναι χαρακτηριστικό. Εθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα. Η μαζική βάση του NSDAP είναι κυρίως μικροαστική και, κατά πιο δεύτερο λόγο, μεσοαστική.

Μια στατιστική της 1ης Γενάρη 1935 μας δίνει μία εικόνα:

— Το 7,3% όλου του «επαγγελματικά απασχολούμενου πληθυσμού» του Ράιχ ανήκει στο NSDAP. Απ' αυτό βλέπουμε ότι το NSDAP ήταν ένα τεράστιο κόμμα.
— Στο NSDAP ανήκει το 15% των «αυτοαπασχολουμένων».
— Στο NSDAP ανήκει το 12% των «μη δημοσίων» υπαλλήλων (Angestellten).
— Το ποσοστό των βιομηχανικών εργατών που είναι μέλη του NSDAP είναι γύρω στο 5% του συνόλου των βιομηχανικών εργατών.

Γενικά, λίγοι εργάτες έγιναν μέλη του NSDAP παρά το όνομά του. Πριν το 1933, το NSDAP ούτε κατόρθωσε, αλλά ούτε έδειξε μεγάλη συνέπεια στην προσπάθεια να δημιουργήσει χωριστή οργάνωση εργατών. ....Ο ίδιος ο Χίτλερ «υπέδειξε» στο Συνέδριο του NSDAP του 1937 να μην παρελάσουν χωριστές ομάδες εργατών. Αυτό δείχνει καθαρά ότι δεν ήθελε τη χωριστή παρουσία των εργατών γιατί αυτό θύμιζε την ταξική πάλη ή, έστω, την ταξική «απόσταση». Σαν γνήσιο κόμμα της αστικής τάξης, το NSDAP δεν μπορούσε να υποφέρει τη θέα των χωριστά οργανωμένων εργατών ούτε μέσα στα ίδια του τα πλαίσια.

....το βασικό μαζικό στήριγμα του NSDAP ήταν — από άποψη οργανωμένης μαζικής βάσης, αλλά και εκλογικής βάσης — τα μεσαία στρώματα, ιδιαίτερα αυτά της πόλης. Αυτό χρησιμοποιήθηκε για να «ξαναγραφτεί», δηλ. να παραποιηθεί η ιστορία. Στη σειρά των άρθρων, μελετών κλπ, που γράφτηκαν στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 χρόνων από την άνοδο στην εξουσία του NSDAP, προβλήθηκε συχνά το επιχείρημα: Αφού μέσα στο NSDAP βρίσκονταν κυρίως μεσαία στρώματα, το NSDAP ήταν το κόμμα των μεσαίων στρωμάτων έτσι «βγαίνουν λάδι» τα μονοπώλια. Οι τοποθετήσεις αυτές «ξεχνούν» τη βασική ιστορική αποστολή του NSDAP: να συνδέσει τις μάζες με την πολιτική και την άσκηση της πολιτικής του μεγάλου κεφαλαίου. Πράγμα που το NSDAP πέτυχε λαμπρά.

Για να το πετύχει, όμως, αυτό έπρεπε να γίνει αυτό ακριβώς που έγινε: ένας πολιτικός οργανισμός της αστικής τάξης, κατά συνέπεια ένας οργανισμός βαθιά αντιφατικός, που θα ήταν σε θέση να εκφράζει με ένα μαζικό τρόπο την πολιτική των μεγιστάνων. Ο ίδιος ο χαρακτήρας του επέβαλε την αντιφατικότητά του.

... Η αντιφατικότητά του NSDAP δεν σημαίνει συνύπαρξη στο εσωτερικό του αντιπάλων ισοτίμων παραγόντων. Σημαίνει αντανάκλαση στο εσωτερικό των πραγματικών ταξικών αντιθέσεων, αλλά κάτω από την κυριαρχία ενός από τους πόλους, στη συγκεκριμένη περίπτωση του μεγάλου κεφαλαίου, ο οποίος προσδιορίζει τον πραγματικό ταξικό χαρακτήρα του Κόμματος. Η κυριαρχία αυτή εκφράζεται πολιτικοΐδεολογικά και «ψυχολογικά». Πράγμα που σημαίνει ότι η δικτατορία της κυρίαρχης τάξης υπάρχει και μέσα στο κόμμα ή στα κόμματα της.

Η πορεία των πραγμάτων δείχνει ακριβώς αυτό: Ότι τα διάφορα στοιχεία του NSDAP διαφορετικά και — ως ένα βαθμό — αντίθετα μεταξύ τους, βαδίζουν μαζί και μαθαίνουν βαθμιαία να προσαρμόζονται μεταξύ τους. Το ένα δεν μπορεί να κάνει χωρίς το άλλο.

Η προσαρμογή, όμως, δεν γίνεται ισότιμα. Σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι, ίσως, ούτε καν αμοιβαία. Στην πραγματικότητα, η μικροαστική μάζα προσαρμόζεται στις απαιτήσεις της πολιτικής της μεγαλοαστικής τάξης....»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου