Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

H ανασφάλεια του Αντρέα και η μη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΠΑΣΟΚ

Tvxs Αφιέρωμα

Σαράντα χρόνια μετά την 3η Σεπτέμβρη του 1974, η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να επηρεάζει την πολιτική κουλτούρα και την πορεία της χώρας.  Καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του ΠΑΣΟΚ έπαιξε η ισχυρή αλλά αντιφατική προσωπικότητα του Παπανδρέου. Στα δημοσιεύματα από το αποκαλυπτικό του βιβλίο «Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΝΩΡΙΣ» (Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ) που δημοσιεύσαμε χθες, ο στενός συνεργάτης του Παρασκευάς Αυγερινός, περιέγραφε μια από τις σοβαρότερες καταθλιπτικές κρίσεις του, που ξέσπασε ανοιχτά το 1979. Η ανασφάλεια, ένα ακόμη στοιχείο του χαρακτήρα του Ανδρέα, επηρέασε την πορεία και τον χαρακτήρα που διαμόρφωσε το ΠΑΣΟΚ την μεταπολίτευση.

«Ο Αντρέας, διαπρεπής οικονομολόγος της εποχής, ένας προοδευτικός διανοούμενος, γοήτευε με τον λόγο του και την αναλυτική σκέψη του, ήταν μια δυνατή και θυελλώδης προσωπικότητα. Δεν μπορείς να τον κρίνεις και να τον συγκρίνεις, αν δεν λάβεις υπ’ όψη σου τα προβλήματα και τις πολιτικές απαιτήσεις εκείνης της εποχής», αναφέρει ο Π. Αυγερινός και συνεχίζει:

«Ήταν μπροστά από την εποχή του, διέθετε δε και μεγάλη πολιτική προίκα από τον πρωτεύοντα ρόλο του στις συγκρούσεις του ’66-67 και τον 6χρονο αγώνα του για την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Δεν νομίζω ότι μπορούσε να συγκριθεί με τους άλλους της πολιτικής τότε. Ήταν μεγάλος και ταυτόχρονα αντιφατικός. Μια χαρισματική, όσο και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την πολιτική κουλτούρα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και σε σημαντικό βαθμό το πολύπλοκο μωσαϊκό της σημερινής οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής κρίσης.
Λειτουργούσε μέσα σε ένα μεγάλο εύρος σκέψης, απρόβλεπτος στις αποφάσεις του, από το ύψος στο βάθος. Σκληρός αλλά και απέραντα συναισθηματικός. Ήταν όμως παθολογικά ανασφαλής και η ανασφάλειά του, που τον επηρέαζε αρνητικά σε πολλές εκδηλώσεις της ζωής του, ήταν αποτέλεσμα της κατάθλιψης που τον ταλαιπωρούσε και η οποία εκδηλώθηκε με το μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο του 1979.

Δεν ερμηνεύεται αλλιώς η ανασφάλειά του γιατί ποτέ κανείς δεν τον αμφισβήτησε. Το κακό όμως στη ζωή του ως κυβερνήτη ήταν ότι την ανασφάλειά του αυτή την καλλιέργησαν, την εκμεταλλεύτηκαν και την αξιοποίησαν κάποιοι δίπλα του, το περιβάλλον του, που τον είχαν πείσει ότι τον προστατεύουν από τους άλλους που τον επιβουλεύονται, περνώντας του τη λογική των «αντρεϊκών απέναντι στους ... αντιαντρεϊκούς»!! Πρέπει δε να πω ότι όχι μόνον τα άκουγε αυτά ο Αντρέας αλλά και τα δεχόταν, έμοιαζε να τα είχε ανάγκη. Έτσι φτιάχτηκε και λειτουργούσε πάντα ο στενός και κλειστός κύκλος των «δικών του ανθρώπων», όπως τους ονόμαζε. Όμοιες καταστάσεις και συμπεριφορές αναφέρονται στην ιστορία καταθλιπτικών μεγάλων ηγετών, που έδειξαν αξιόλογες ηγετικές ικανότητες μέσα από την κατάθλιψή τους για πολλά χρόνια και οι οποίοι παρουσίαζαν συχνά καταθλιπτικές κρίσεις».

Με αυτά τα δεδομένα, όπως αναφέρεται στο βιβλίο, στο κάλεσμα του για την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ «ανταποκρίθηκαν άνθρωποι κάθε ηλικίας και πολιτικής καταγωγής. Παλιοί ΕΑΜίτες, το προοδευτικό κομμάτι της παλιάς Ένωσης Κέντρου (ΕΚ), οι περισσότεροι από τους σοσιαλιστές του ΣΚΕ-ΕΛΔ (Σβώλου), ριζοσπάστες, ανένταχτοι αριστεροί, τροτσκιστές, συντηρητικοί (φίλοι του Αντρέα), νέοι από τη γενιά του 114 με τα δικά τους πολιτικά χαρακτηριστικά και της γενιάς του Πολυτεχνείου που απέρριπταν τα παραδοσιακά πολιτικά σχήματα, αγωνιστές της αντίστασης στη χουντική δικτατορία, ακόμη και μικρές ομάδες, παρέες αριστεριστών».

Μια από τις πιο σημαντικές αντιστασιακές οργανώσεις, η Δημοκρατική Άμυνα, εντάχθηκε το 1974 στο ΠΑΣΟΚ για να αποχωρήσει μερικούς μήνες αργότερα.

«Στο Προσυνέδριο του ΠΑΣΟΚ στα μέσα του Μάρτη του ’75, ουσιαστικά οριστικοποιήθηκε η διάσπαση και πρέπει να πω ότι το επεδίωκαν και οι δυο πλευρές. Ένταση, εχθρότητα και βαριές κουβέντες είχε η αντιπαράθεση, χαρακτηριστικά που είχαμε γνωρίσει και σε παλιότερες διασπάσεις στους αριστερούς χώρους. Ο Αντρέας δεν επρόκειτο ποτέ να εκχωρήσει κομμάτι της εξουσίας-ιδιοκτησίας του, δεν θα δεχόταν το ΠΑΣΟΚ που ίδρυσε να εξελιχθεί σε ένα ομοσπονδιακό πολιτικό μόρφωμα. Ήθελε και του ανήκε να ορίζει το παιχνίδι χωρίς συνιδιοκτήτες. Άλλωστε πολυκέφαλα πολιτικά σχήματα δε νομίζω, αν υπήρξαν, να επιβίωσαν.

Η αποχώρηση της Άμυνας στέρησε το κίνημα από ένα μεγάλο και αξιόλογο πολιτικό δυναμικό, μαζί τους έφυγαν και η Αγγέλα Κοκκόλα, η Μελίνα Μερκούρη, η Αμαλία Φλέμινγκ και άλλοι. Τότε περίπου, ή λίγο νωρίτερα, είχε αποχωρήσει και ο Αντώνης Λιβάνης, όχι βέβαια ως Αμυνίτης, είχε διαφωνήσει με τις θέσεις του ΠΑΣΟΚ. Τελικά πρέπει να πω ότι αυτές οι αποχωρήσεις ήταν λιγότερο τραυματικές από ό,τι φοβόμουν και δεν κόστισαν. Ήταν επίσης γνωστό ότι μέχρι την τελευταία στιγμή ήμουν απ’ αυτούς που επέμεναν να αποφευχθεί η διάσπαση, υπέγραψα μάλιστα και το κείμενο που κυκλοφόρησε για αναζήτηση ενωτικής λύσης».

Ηδη από το 1976 όταν ο Α. Παπανδρέου πραγματοποιούσε περιοδείες στην επαρχία κερδίζοντας έδαφος, στο εσωτερικό του κόμματος η κατάσταση δεν ήταν καθόλου καλή.

«Την εποχή εκείνη ως ανώτερο καθοδηγητικό όργανο του Κινήματος λειτουργούσε η τριμελής Γραμματεία από τους Άκη Τσοχατζόπουλο, Δημήτρη Λιβιεράτο και εμένα, η οποία συνεδρίαζε με τον Πρόεδρο δύο φορές τη βδομάδα στο σπίτι του ή στο κίνημα και καποιες φορές στα δικά μας σπίτια. Μας απασχολούσαν περισσότερο τα οργανωτικά προβλήματα γιατί οι γκρίνιες στο εσωτερικό του κινήματος είχαν γίνει ενδημική κατάσταση και οι συγκρούσεις πλήθαιναν.

Όμως, παρά την απογοητευτική κατάσταση στο εσωτερικό μας, το ΠΑΣΟΚ, ή μάλλον πιο σωστά ο Αντρέας, γοήτευε και συσπείρωνε πολιτικά. Υπήρχε μια αντίστροφη σχέση, «ανοδική η πορεία του Κινήματος και προβληματική η οργανωτική του συγκρότηση». Η κατάσταση ήταν ανησυχητική, απογοητευτική η εικόνα στο εσωτερικό μας. Τα κεντρικά δεν έπειθαν, δεν παρήγαγαν έργο, τα γραφεία στελεχώνονταν χωρίς έλεγχο από μέτρια ή ελάχιστα ικανά για καθοδηγητικό έργο πρόσωπα, κυριαρχούσε μια λειτουργία του πρόχειρου, του «δε βαριέσαι», και βέβαια οι ευδιάκριτες παρεΐστικες συμπεριφορές που οδηγούσαν σε ομαδοποιήσεις με συγκεκριμένες αναφορές προς τα πάνω».

Πολλά κομματικά γραφεία λειτουργούσαν ως «μαγαζάκια» ενώ οι «πολύ κομματικοί» εμπόδιζαν «την εγγραφή κοινωνικά καταξιωμένων που τους χαρακτήριζαν ως δεξιούς ή όσων έδειχναν ικανοί, και ήταν επόμενο αυτό γιατί η μετριότητα δεν άφηνε την καρέκλα».

«Τα όργανα όμως βάραιναν τον Αντρέα. Ήθελε το κόμμα να είναι δικό του. Όπως αναφέρει ο Π. Αυγερινός: «Ουσιαστικά ο χώρος παρέμενε ιδεολογικά άμορφος και χωρίς στόχο μετάβασης. Πολλοί λίγοι στην αρχή πίστευαν ότι θα εξελισσόμασταν στα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά πρότυπα. Δεν το μπορέσαμε και μάλλον δεν το θέλαμε, προτιμήσαμε να επιστρέψουμε στα προχουντικά σχήματα με μόνο στόχο το κυνήγι της εξουσίας. Οι αποφάσεις σιγά-σιγά λαμβάνονταν στο Καστρί και μας στέλνονταν στο Εκτελεστικό Γραφείο για επικύρωση. Όσο πέρναγε ο καιρός και ιδιαίτερα μετά το ’81, το Εκτελεστικό τον βάραινε τον Αντρέα, του χρησίμευε όμως ως άλλοθι δημοκρατικής λειτουργίας του κινήματος, έπρεπε απλά να υπάρχει και η φωνή του κόμματος».

Λίγο αργότερα οι άνθρωποι του προέδρου επέμεναν ότι τα κομματικά όργανα τον αμφισβητούν: «Ο [...] Γιάννης Αλευράς [...] αναφερόταν στην αμφισβήτηση του Προέδρου(!!), υπονοώντας το κακό κλίμα που δημιουργείται στα όργανα, τις συνδιασκέψεις και άλλες εκδηλώσεις, κλίμα ανησυχίας, υποβαθμίζοντας γενικά τη χρησιμότητα ύπαρξης κομματικών οργάνων και της άσκησης κριτικής. Το είπε καθαρά, «τα κομματικά όργανα αμφισβητούν τον Αντρέα». Αυτό που μάλλον εννοούσε ήταν ότι «δε χρειαζόμαστε οργανωμένο κόμμα». Αυτή ακριβώς είναι και η λογική της Ένωσης Κέντρου «αρκούν οι κομματάρχες, αρκούν οι βουλευτές και η πελατεία τους, αυτοί δεν αμφισβητούν τον αρχηγό». Γιατί όμως ήρθε αυτό το θέμα; Δε μας είπε σε ποια όργανα υπάρχουν και λειτουργούν αντιπαπανδρεϊκοί. Αυτό ουσιαστικά σήμαινε να μην κρίνεται και να μην κατακρίνεται ο τρόπος που λειτουργούν οι βουλευτές και οι φίλοι του Προέδρου, «οι εξ ορισμού παπανδρεϊκοί». Κάποιοι απ’ αυτούς μάλιστα δήλωναν, με δυνατή φωνή για ν’ ακουστούν, ότι θα πέφτανε και στο πηγάδι αν τους το ζητούσε ο Αντρέας και άλλες τέτοιες κουταμάρες, για να έχουν ασυλία σε ό,τι λένε και ό,τι κάνουν, για να λειτουργούν έξω από τους κανόνες της πολιτικής λειτουργίας ενός δημοκρατικού κόμματος».

Ο Α. Παπανδρέου έχει απόλυτη γνώση του τι συμβαίνει στο κόμμα του από πηγές που λειτουργούσαν, βέβαια, ιδιοτελώς: «Πληροφορείται όμως πολλά θέματα για τις κομματικές οργανώσεις από ένα περιβάλλον που λειτουργεί έξω από το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ και το οποίο του μεταφέρει λαθεμένες πληροφορίες όχι πάντα με καλή πρόθεση. Κάποιοι, από το χώρο των βουλευτών κυρίως, του μεταφέρουν την αντίθεσή τους με τις οργανώσεις που, όπως του λένε, λειτουργούν αρνητικά στην ανοδική πορεία μας και πολλές φορές καταφέρνουν να τον πείσουν, με αποτέλεσμα να οργίζεται και να κατηγορεί το Εκτελεστικό ότι δεν πληροφορείται σωστά για τις «ζημιές» που γίνονται από την οργάνωση!!

Δυστυχώς, γι’ αυτούς που …ανησυχούν πολύ για το ΠΑΣΟΚ και τον Αντρέα, όπως λένε και συστηματικά κατηγορούν τις οργανώσεις, οι πόρτες του Καστριού είναι πάντα ανοιχτές. Είναι όμως και κάποιοι άλλοι από το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ, μέλη της Κ.Ε., που ανησυχούν κι αυτοί και ενημερώνουν τον Πρόεδρο εκτός οργάνων. Γι’ αυτούς το δικό τους πρόβλημα είναι και το κυρίαρχο του ΠΑΣΟΚ, όλα τους φαίνονται στραβά, τίποτα δεν πάει καλά όσο αυτοί δεν είναι στις θέσεις που διεκδικούν για …να τα φτιάξουν».

Παράλληλα πλαισιώνεται κοινωνικά από μια τρίτη ομάδα, οι συμβουλές της οποίας προκαλούν ερωτηματικά στους υπόλοιπους: «...[η] τρίτη κατηγορία, αυτή των «πιστών» φίλων του Προέδρου [...] είναι συνολικά αρνητικοί στη λειτουργία οργανώσεων. Αυτοί λειτουργούν στον κοινωνικό περίγυρο του ΠΑΣΟΚ και μεταφέρουν κατευθείαν, όπως λένε, τις απόψεις του Αντρέα, «είπα στον Αντρέα… μου είπε ο Αντρέας ότι θα το τακτοποιήσει… τον βλέπω ότι ώρα θέλω τον Αντρέα», με αποτέλεσμα και το κύρος του Προέδρου να μειώνεται και η οργάνωση να προκαλείται. Πολλοί απ’ αυτούς είναι μια αστική ελίτ που αρέσει για συντροφιά στον Αντρέα, δεν του πήγαινε και πολύ να βγαίνει με παρέες μέσα από το ΠΑΣΟΚ, άλλωστε δεν διαθέτει το ΠΑΣΟΚ αυτή την κατηγορία πολιτών. Είχε κενά στη ζωή του ο Αντρέας, ήθελε να ζήσει όσα δεν έζησε εγκαταλείποντας την Ελλάδα 19 χρονών παιδί και του άρεσαν τέτοιες παρέες. Το ΠΑΣΟΚ δεν τον έβγαζε από την κατάθλιψή του, παρέα μ’ αυτούς γινόταν άλλος άνθρωπος, έβγαζε την ενέργεια του νέου και μόνιμα ερωτευμένου. Πολλές φορές όμως η ποιότητα αυτής της παρέας δεν ήταν της προκοπής και δημιουργούνταν ερωτηματικά, πώς τέτοιοι άνθρωποι συντροφεύουν και συμβουλεύουν τον Πρόεδρο».



Ο Π. Αυγερινός για όσο ήταν συνεργάτης του γνώρισε δυο πρόσωπα του Αντρέα: «Ο ένας ήταν αυτός που γνώρισα, ο ειλικρινής, ο επαναστάτης που πάλευε για τις ιδέες του, ο πολιτικός που γοήτευε και έπειθε. Ο άλλος ήταν ο γνωστός από παλιά πολιτικός που κυνηγούσε την προβολή και την εξουσία.
Ήταν η προσωπικότητα που προκάλεσε και τάραξε την πολιτική της εποχής του με τα μεγάλα άλματα, αλλά και τις συνεχείς … υποχωρήσεις. Δε φταίγανε μόνο οι «συνήθεις» γύρω του που τον έπειθαν ότι η εξουσία του ανήκε, το ήθελε και το ζητούσε ο ίδιος. Αυτό εξηγεί γιατί στα τελευταία του χρόνια μάζευε γύρω του ανθρώπους να τον υμνούν, πρόσωπα χωρίς κοινωνική καταξίωση και αποδοχή, πρόσωπα πολιτικά ανεπαρκή. Τον τυραννούσε η κατάθλιψη, δεν πίστευε στον εαυτό του, την είχε ανάγκη και τη ζητούσε την επιβεβαίωση.

Με την παιδεία, την ευγένεια, την υψηλή ευφυΐα, το σεβασμό στο διάλογο και την άνεση στο λόγο που διέθετε, ηγεμόνευε στις συζητήσεις σε όποιο επίπεδο κι αν γίνονταν. Ήταν προσωπικότητα που γοήτευε. Ένα μείγμα ρητορικής δεινότητας και προσαρμοστικότητας στις προσδοκίες του ακροατή. Το εύκολο «πέρασμα» από έναν στέρεο επιστημονικό-ακαδημαϊκό λόγο σε μια συναισθηματική ρητορική έπειθε, ήξερε να προσφέρει αυτό που διψούσε να ακούσει ο άλλος. Στις πολιτικές ομιλίες του έμοιαζε να συζητάει με το ακροατήριο. Ένας ηγέτης με πυγμή, με ακαδημαϊκή αναγνώριση στο εξωτερικό και ταυτόχρονα ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ο μάγκας που χόρευε με πάθος το ζεϊμπέκικο, που ερωτευόταν νέες και όμορφες γυναίκες, που ήθελε να ζήσει και να χαρεί.

Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του είχε πολλά στερητικά πλέγματα από την εφηβεία του κι αυτά τα κενά δεν τον βοηθούσαν να δημιουργήσει ανθεκτικές και αυθεντικές σχέσεις με τους ανθρώπους γύρω του και ίσως και με τα ίδια τα παιδιά του».

*Ο Παρασκευάς Αυγερινός, ιατρός στο επάγγελμα, διετέλεσε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ από το 1974, μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου για 15 χρόνια, Υπουργός Υγείας και Πρόνοιας, Ευρωβουλευτής και Βουλευτής Επικρατείας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου